Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

ΚΑΙ ΕΣΤΑΙ ΠΛΑΝΗ ΕΣΧΑΤΗ ΧΕΙΡΩΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ

'κεί που 'λύγισαν Νεκροί
μες 'ς το μαγγανοπήγαδο και διουρούσαν.
Πύκνωσις της απουσίας
μες 'στην παλαιότητα(πως κάποτε 'γαμούσαν).
Σύννεφα και υετοί
'στο Θέατρον της Τροίας.

Μείον plus two twice as usual
Αστοιχείωτες εκφάνσεις.
Εκδοχές των Ανομοίων.
Ευγενέστατες επι-σημάνσεις.
Με μια Δόξα για την Ίον.

Ζημιογόνα τα χωράφια.
Μπεκ Κατσίκες να ραντίζουν.
Μες 'στο νου(και σιγοψιθυρίζουν:
παραχώσου μες 'στα ράφια).

Νευράκια για μια τιποτολογία.
'Ξεύρω(δε θα επιστρέψης).
Εκκρεμής μια σκέψι-φαντασία
όλο χάρη να μαγέψης.

'Στην Τερψιθέα για χορό.
Για το μνημόσυνο με chess.
Πηγαίνοντας 'ξανά σχολειό.
Διαφεύγω,τώρα,για να κλαις.

'Νωρίτερα και να 'ρχεσαι
δε θα με 'δης 'ξανά.
Εξουσιάζεσαι και άρχεσαι
από τα βασικά.

Με το Σταυρό και 'στη βροχή τραβήγματα κακώσεως των αστραγάλων
Δεν κατάφερες παρά κουτσομπολιό.
Δεν έδειξα παρά τι δεν εθέλω.
Αιωνίως 'σ'ένα Τέτοιο χωρατό
που μ'έκανε με κρύο ν'αποστέλλω.

Που θα στείλω 'σπίτι
Γεγραμμένο πως θα γλείψης
ένα νέο γλειφιτζούρι.
Θά 'μ' εκεί και θα με τρίψης
και να γίνης το τσιμπούρι.

Γούστα και με βίτσια
Έσπειρα το χώμα
(και περίμενες ακόμα).
'Φόρεσες το Μήτσο
που σου έκανε καπρίτσο.

Δεν υπήρχαν άλλα λόγια
(έκανες το Μπεναρόγια).
Ρώγες,τσάντα και κορμάκια
να χαζεύουν τα χειλάκια.

Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

Η πρώτη και γενναία(οπτασία πολεμίστριας Ψυχο-Σαββάτου)

'Χαμηλωμένες βλεφαρίδες,
υψηλά πολύ τακούνια,
πέφτοντας από την κούνια
που διέσυρε τις καρωτίδες.

Παναγία η Τριάς
θα λες και θα φυσάς.
Μιαν Ιστορία 'στη Γλυφάδα
που σε βλέπει σα λαμπάδα.

Νοστιμότατ'ειπωθείσα
κάνοντας αμάν για τσίσα.
Για το Χούλιο με την Ιβάνα
τώρα που χτυπά Kαμπάνα.

Γυρίζοντας από τα μπαρ(Ηδονική),
πηγαίνοντας 'στη Βάρ' για coffee και για σκι,
με τους θεούσους(άλλους)και μες 'στα μπιφτέκια
(καταβρόχθισις Συμβολισμού που 'χώρισε τα Στέκια).

Γράφεις για να ζης.
Και αντιγράφω της θανής
επί εσχάτων τη διαθήκη.
Post μ'ελβετικές για Μίκυ
αποπνέοντας γραφής
την εξουσία μιας ζωής.

Άδοντας απ'οφειλή,
διαμένοντας 'στη Θέρμη
δίχως,διόλου,ενοχή
με μια καρδιά παντέρμη.

Με προσωποποιημένη τη βαλβίδα
Ήτον η ψυχή σου άδεια
και,αλλάζοντας και λάδια,
'πήγες διασκεδάζοντας 'ς το Λαγονήσι
να χαρής που έβλεπες 'στο Γκόμενο την Κρίση.

Δεν εδόθη εξουσία
(όλα ήταν διοσημεία).
Δεν απογειώθηκε το σκάφος
(κι'έγινε ο Τελευταίος Τάφος).

Είχες την μεγίστην απορία
(το εάν θα έρθης να σε 'δω).
Δεν αντικρίζω,πια,καμμία
(δε με θέλεις και γυρνώ).

Εθνικός προς την Καλαμαριά
Σέρκους για κουρσάκια.
Μια τσιγκουνο-Νικολέττα.
Που θ'αρχίση μια vendetta
συντροφία με παπάκια.

Τίνα για τη Λαίδη
Ζυμάρι μιας παιδούλας,
Χ για μια Σκορπίνα,
με μιας Κυριακούλας
φλογερή κουρτίνα.

Ξέρασμα χωρίς αναισθησία.
Μια κοτόσουπα για μούρη.
Δέρμα-κόττον(το τσιμπούρι).
Τραγική μια nulla Ειρωνεία.

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

Προς μι'ανέφελον κομπίνα με μια γ-καραμπίν'α-μολυβδοκονντισιονερασμένη

Ξεδοντιασμένες οι παρονυχίδες
που δεν είσαι τόσο μα που είδες.
Μια δυσκίνητος,σωστή φοράς,
που 'στο γραφείο τις πετάς.

Ποιμνιοστάσιον αρνίο
λατρευτή μια ευωδία
για τα ζλάπια 'στην Πρωσία
θέλγοντας τη Βίκυ μες 'στο κρύο.

Το μέλλον τ'όλο χάνεις
μες 'στο παρελθό σου τες βουτάς
για μιαν την ανθρωπότη που ξεχνάς
'στα σύνορα της Μάνης.

Η φίλη σου Χαλκίς
ο γκόμενος 'στην Πάρο,
η 'βρεγμένη σου σανίς
που τρώγουν το σανό(γουστάρω).

'Πληγωμένη κρεβατομουρμούρα
'στη ζωή που έδινες τα ούρα
καλουμένη,πλέον,να λαλήσης
πετεινό και 'κεί εντροπικά να σε αφήσης.

Τι θα κάνεις,πια,δεν 'ξέρω.
Τι θα 'δω(μοτόρια μ')αγνοώ.
Προσέβλεπες(να σου αφοδευθώ)
(διαγώνιος στροφή που χαίρω).

Είχα μια τραμπούκα.
Σε 'ζητούσανε ψυγεία.
'κούω,τώρα,Κούκα
επιστρέφοντας(θρανία).

Τραυλοπάτης που 'σοβούσε
διερχόμενος εδώ('ψοφούσε)
που κανών εθέσπισε('στην Ανδρομέδα)
να στεγάσης bubbles για τη χειροπέδα.

Καλούτζικα
'Στ'όνειρό σου(αν με 'δης).
Και πρόσεχε,ειλικρινής'
να τρίβεσαι(και ας πονάς)
μες 'στα ζουμπούλια της βραδιάς.

Έκανες το σαλο(ν)-douche 'στη Ζέα.
Ήμουνα διστακτικός(μα έπιανε κεραία).
Φοινικίζοντα με γραμματάκια
να ξυνογαλλίζουν τα ç akmakια.

Ambulans μωβολιγούρας
ζάθεος 'στην ημερούλα
πληκτικός για Μαρι-γούλα
'στο απόμερον(Της Τζούρας).

Τραv(el)issimo να λες
πως άλλο(πόσο)δε με θες.
Πιο κυριλέδικο να γευματίζης
με κορούλα που απο-χωρίζεις.

Έγινες εσχάτη.
Δε θα 'πλούτιζες ποτέ.
Σε 'θέλησαν(μες 'στην Ο.ν.έ.)
να νιώθης kinky-κράτει.

Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017

Ανομίας η κατάλευκος σελίς(μιας ανα-παύλας)

Μια 'νοικοκυρά που έψαχνε αφέντρα
'ζυμωμένη με μια λόξα για τα δέντρα
με χαρίσματα και αρετές ντουζίνα
'σε 'θελήματα εκπίπτοντας προς Κίνα.

Ήμουν σοβαρός
(και ήσουν για τα ούλα).
'δ(ε)ιάζει και το φως
για φίλη σου(τη Σούλα).

'Τσιμπούσες.Στόμαχος βαρύς.
Να σέρνεται με το Λαμπράκη.
Για Βιβούλας το νεράκι.
Πλάγιασε και θα τον 'βρης.

Μανία σ'έπιασε να κορο'ι'δεύης το φα(ο)δράκο
(ήτανε παράνομο ζευγάρι).
Μόνη έγνοια,πια,η Πάρη
(prends ton temps..!)και κανακεύοντας το σάκκο.

Κλείδωσε την τάρτα.
Σου τα δίνω(πάρ'τα).
'Χάθηκες 'στην αθε'ί'α
(με Σταυρό-αλλά Κυρία).

πας
Ξέχασες να 'θέλω.
'Στο κηπάριο για κούπες.
Η Τραπεζικός με το Νταλί.
Τα προμηνύματα Δωδώνης.
Έρημης(φιγούρας),τόσο μόνης.
Καταπληγωμένης(για ζωή).
Που τόσον ήθελε(και τού 'πες).
Σύζυγος ή Πέλο-;

Freak-iasmeni προς Δοξάτο
(δε με 'βρήκες ορεξάτο).
Δε με ήθελες-γι'αυτό
σ'το γράφω('λίγο...)με στανιό.

Φάγ'ευφραίνου
με βιβλίο Ρένου.
Ήτανε Μαλβίνες.
Έπιασαν οι πείνες.

Α-κόμ(μμ)'αν(π)έστειλα Typhoon
Παρόχθιες σαλάτες.
Δίχως επιβάτες.
Αηδ(ρρυθμ)ία(Fool moon).
Λένε τόσα(και...'μιλούν).

Να σιγήσης μια για πάντα(Γ--λ-άστρα)
Δε σου 'ζήτησα να μ'αγαπήσης.
Ήσουν γκόμενα περιωπής.
Τι άλλο θά 'θελες να 'πης;
Αναίμακτα σου εύχομαι να ζήσης.

Με τις πορνόβιες των ακινήτων,
για τομάρια της τουλούμπας,
νιότης παλαιάς(της Κάτω Τούμπας).
Προς το Γέροντ'αλλαχού(Μελίτων).

Περί μιας Βαζελ-ίνης(-όlιο με ή για το Sol--us)
Κράτησε τη Benz.
Δε τη 'χρειάστηκα.
Δεν πέφτω('σπάστηκα).
Chez uncle Μπεν'ζ.

Τρίτη 1 Αυγούστου 2017

Κορασίδες υπερήφανες με ημι-διάφανη ζω(ν)ή από την Αρωγή 'στο Σούρα

'Κοιτούσα με σταχτί(λυγμό)
'ς της μέθης μου τα βράδια
την εικόνα που 'θελε Θεό
κρατώντας τα σημάδια.

Χρυσόψαρο κηρίον
δόξης μιας εκλύτου
(όνειρο του δύτου
ξέσπασμα κυρίων).

'Σάπισαν τα φύλλα
έπαθα και νίλα
που μανιωδώς θα τη 'φυσούσα
εξορκίζοντας εκεί που διουρούσα.

Μες 'στο Άλφα για το Σίγμα
'σε Φερράρα-Φλωρεντία
εμπροθέτως μ'ένα Ρήγμα
'στο Εγκώμιο(Μωρία).

Σύννεφ'αρωματισμένα
'στον αχό αφανισμένα
τη δικαίωση κο(ι)μίζοντας εκεί
που θα τους κάνεις naughty-smash παιδί.

Κακαόδενδρα μες 'στη Μεγίστη,
φοίνικες 'στη Νάξο
(όντως πού ν'αράξω;)
'στην αμηχανία πως θα 'βρω Καλλίστ'.

Εισήλθα 'στα κλεφτά,
σου έκανα και πλάκα,
'πίστευσες θα 'βρης Μαλάκα
να τα'ί'ζη τα Μωρά.

Είχες αγωνίες υπαρξιακές.
Δε θα 'γινόμουν Βήμα
για τις απορίες μόλις πού 'χες 'χτές
να δίνεσαι 'στο Νέο Κύμα.

C'est en mode surtout avant tout..!
Το μέλλον σου ανοίχτηκε
(θα έκανες την profession
χωρίς να πας για οντισιόν
-Σαλογριά που επιδείχτηκε).

Πια 'ξανά ποτέ να 'δης πως 'γέρασες επάνω 'στο θρανίο
Καθ'οδόν και 'στα λαγκάδια
όπου σπέρνεις θα θερίσης
και κατ'οίκο με σημάδια
πού 'λεγαν να μη γυρίσης.

Δε θά 'ρθω
Μάταιο λογύδριο
προς Κρήνη,'στο Ευύδριο.
Μιας δόξης απο-μιμητές
(Μωρό μου,σού 'λεγα ''Μην κλαις.'').

Τα λόγια 'φόρτωσα μες 'στα πατίνια,
έγραφα να 'δης πως απεχθάνομαι
τις φιλενάδες σου(Παράνομε!)
που 'γέμισαν τον κόσμο με μια γκρίνια.

Υποδήματα των se(Si)x(t)ies
Θα με 'βρης Καβάλα
έκανα και τάμα
να σου πάρω άλλα
τρέχοντας το βάμμα.

Σωτήρ και Παντοκράτορος
Αναπαύσου μες 'στο θρόνο
που με βλέπεις τόσο μόνο.
Και δεν κάνεις τίποτε για να παλουκωθής
να παίξουμε με τα στρινγκάκια της Ζωής.

Η ζωή σου όλη
'ξεχασμένη Ντόλλυ(-λι)
με πατράκο 'στη Δροσιά
και προς Εκάλη μητριά.

Μες 'στους νεο-πλούτους πενταροδεκάρας
Δε με θες και θα σε γράψω.
Άλλον ίδρωτα θα θάψω
για να 'δης τι ψεύτρα είσαι
που χαρίζεσαι(για...'βρίσε..!).

Την Αγκι-λέρα
'Φόρεσα τον ασημένιο Κουκουέ.
Δεν ένοιωθεν,ο δύσμοιρος,τα Δαπιτάκια.
'Μοίραζε στεφάνους 'στα δειλά γατάκια
των Φριι Press(ζ)(ες/ας)(και)παραγνωρίζοντας τον Τσε.

'Σ του Μουεζίνη Ραμαζάνι για το GULBAH(Z)A(AA)R-ι σκθλάβων
Ήτανε γραφιάς της Βραδυνής.
Τους έγραφε 'στον τοίχο.
Δίχως κρότον,άλλον ήχο
('πιάστηκε να βήχω
-Λειτουργία της Παρασκευής).

Ο Γηπεδούχος(με ταλάν)
'Σάπισεν καρύδα
με το άγγιγμα του Μίδα.
Balls με αλογοουρά,
οργώνοντας χωριά.

'Ζήλευε το κουμπαριό,
εγκατεστάθη(πότε;)Κρήτη,
μέρος σα'ι'τ-ευτικό,
με Tonotil ή προς Μαδρίτη.

Με muerte pad(t)ria(-ot)
Σού'πα να τα χάσης;
Θα 'βρεθής 'στην Τήλο
να σε χαίρεται το Φύλλο
-προσκαλείσαι ν'αποδράσης.