Ξεδοντιασμένες οι παρονυχίδες
που δεν είσαι τόσο μα που είδες.
Μια δυσκίνητος,σωστή φοράς,
που 'στο γραφείο τις πετάς.
Ποιμνιοστάσιον αρνίο
λατρευτή μια ευωδία
για τα ζλάπια 'στην Πρωσία
θέλγοντας τη Βίκυ μες 'στο κρύο.
Το μέλλον τ'όλο χάνεις
μες 'στο παρελθό σου τες βουτάς
για μιαν την ανθρωπότη που ξεχνάς
'στα σύνορα της Μάνης.
Η φίλη σου Χαλκίς
ο γκόμενος 'στην Πάρο,
η 'βρεγμένη σου σανίς
που τρώγουν το σανό(γουστάρω).
'Πληγωμένη κρεβατομουρμούρα
'στη ζωή που έδινες τα ούρα
καλουμένη,πλέον,να λαλήσης
πετεινό και 'κεί εντροπικά να σε αφήσης.
Τι θα κάνεις,πια,δεν 'ξέρω.
Τι θα 'δω(μοτόρια μ')αγνοώ.
Προσέβλεπες(να σου αφοδευθώ)
(διαγώνιος στροφή που χαίρω).
Είχα μια τραμπούκα.
Σε 'ζητούσανε ψυγεία.
'κούω,τώρα,Κούκα
επιστρέφοντας(θρανία).
Τραυλοπάτης που 'σοβούσε
διερχόμενος εδώ('ψοφούσε)
που κανών εθέσπισε('στην Ανδρομέδα)
να στεγάσης bubbles για τη χειροπέδα.
Καλούτζικα
'Στ'όνειρό σου(αν με 'δης).
Και πρόσεχε,ειλικρινής'
να τρίβεσαι(και ας πονάς)
μες 'στα ζουμπούλια της βραδιάς.
Έκανες το σαλο(ν)-douche 'στη Ζέα.
Ήμουνα διστακτικός(μα έπιανε κεραία).
Φοινικίζοντα με γραμματάκια
να ξυνογαλλίζουν τα ç akmakια.
Ambulans μωβολιγούρας
ζάθεος 'στην ημερούλα
πληκτικός για Μαρι-γούλα
'στο απόμερον(Της Τζούρας).
Τραv(el)issimo να λες
πως άλλο(πόσο)δε με θες.
Πιο κυριλέδικο να γευματίζης
με κορούλα που απο-χωρίζεις.
Έγινες εσχάτη.
Δε θα 'πλούτιζες ποτέ.
Σε 'θέλησαν(μες 'στην Ο.ν.έ.)
να νιώθης kinky-κράτει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου