Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου 2017

Ματεθελοκοιλοδουλία ποιητού(τμήμα 2ο)

'Στο μέλλον που θα με κοιτάς
θα έχω φύγη διακοπές.
Θα 'ρθής 'ξανά για να πονάς
μα θά 'χω πάη Αλυκές.

Θα κρύβομαι για να το 'δης
το πόσο really by plane.
Άσπρισα 'στον ήλιο μ'ένα pain
on the neck και σκάζοντας με rain.

Έψαχνες ν'ανεύρης του κακού το αίτιο
(δαιμόνιο που θα σε κυνηγά για πάντα).
Θά 'σαι πορσελάνινη μες 'στο βαζάκι και την τσάντα,
εορτάζοντας μιας απουσίας την Επέτειο.

Έμπλεξα με τη Britannica
και 'μελετούσα το Γρηγόριο
χωρίς καρπούς(κανένα όριο
και φρένο χύνοντας με μάνικα).

'Ζήλευες που είχες τον αντρούλη.
'Γύριζα εδώ κ'εκεί για να σου 'πω
τι πούστ'ειχές εγγύς γνωρίση
πλάι 'στην τουλούμπα και τη βρύση.

Ανενδοιάστως,δίχως ενοχές
θα σε αφήσω για να 'βρης τη λύση.
Έψαχνες μετά μανίας με κραυγές
και μαγικές εικόνες ότι φθάνεις 'στο Παρίσι.

Ανήκουν όλα προς το παρελθόν.
Και μη φαντάζεσαι πως με αγγίζεις.
Μια πνοιή ανέμοιο μακάρι των Σοφών
που θα παρέλθη για τα κόκκαλα που 'βρίζεις.

Ήταν Ποιητής.Εσύ χωριάτης.
Του Βορρά λαθρεπιβάτης.
Μ'ενα όφωνον επί της πλάτης
για τες Μακαρίους προς Ελάτης.

Πάρ'την περιφέρεια για να γελάσουμε.
Τι θα κερδίσουμε αλλά και τι θα χάσουμε.
Δε 'γέλασα ποτέ.Και 'σύ διαπορούσες.
'Κερασμένη τέρψη(σόλες και πατούσες).

'Τρελάθηκα 'στον έρωτα
μες 'στα βουνά και τα λαγκάδι',
ανανεώνοντας τα λάδι'
αγγίζοντας Αχέρο(ν)τα.

Μία δούλα για βελάκια.
Μια τρυπούλα με σορτσάκια.
Θα χαθής οπώς οι άλλες
πού 'χες διώξη τις προάλλες.

Αστειρεύτου γνώσεως πηγής μπουμπούκα
με το γνώριμό της τηλεβόα(τη ντουντούκα)
για να κράζη πως κατέχει τη Σοφία
(Έρημη 'στον Κόσμο και γεμάτη αμαρτία).

Όταν κλείσης,θα σου μείνη.
Θα το 'δης και 'στην πορεία.
Μια ολόκληρη στιγμή δεν έβλεπα καμμία
(όμως σού 'λειψεν η σκοτοδίνη).

Δε με ήθελες και απορούσα
τι σου έλειπε να φορεθή.
Συνήθισα με άνδρα που 'κοιτούσα
το φλυτζάνι να σου 'ξαναπή.

By cordially

Απείχες.Έριξα Λευκό
(το άκυρο παρωχημένο).
Εκαθήμην με Βραστές μες 'στο Χωριό
να περιμένω μόνον τρένο.

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2017

Ματεθελοκοιλοδουλία ποιητού(τμήμα 1ο)

Εκεί που σβήνουν τα κεριά
και τερματίζονται τα όρια
(δεν έχω άλλα περιθώρια
για πειράματα χωρίς καρδιά).

Δε 'χρειαζόταν να σου γράψω
(έπρεπε τα ώτα σου να ράψω).
Δε με 'δέσμευεν ο ουρανός
(εάν και ήμην τόσο σκοτεινός).

Την πίστι δεν επρόδωσα ποτέ
μα ήθελες μετακινήσαι όρη.
Σάτυρος ανεγεννήθη με ''Καλέ
κ'εσύ,τι τού 'πες μες 'στο κατωφόρι;''.

'Στα σπάργανα
'Πάγωσεν αβέλιος και νέφος
εγκατέσπειρεν το θείο βρέφος.
Εξωρκίσθηκα να μην 'ξαναζητήσω
τίποτα ποτέ για να σιγήσω.

Κάν'εσύ το πρώτο βήμα
πορευόμενοι 'στο μνήμα.
Όλως σου τυχαίως,μια στιγμή
μονάχα ήσαν πού 'γινε τροφή.

Το μέλλον διεκδίκησα μ'εσέν'
αλλά μου έλεγες ''Δε βλέπω,πια,κανένα.''.
Κατ'απόλυτο βαθμό με μουσικές του κόσμου
εξωπαρωθούμενος και γεύσι μόνο δυόσμου.

'Κάθησα και 'μέτρησα τι έχω
για να λες πως δε με 'θέλεις άλλο.
Θα του φθέγγεσαι,θ'αποφαινόμεθα
και,ίσως,'λίγο both και να πλανώμεθα.

Φυλλομετρώ 'ξανά τι δεν κατέχω.
Μείνε με το πάθος(έχω τη Ζωή).
Θ'αρνούμαι όσο 'θέλω και θ'απέχω
για να 'δης το πόσον ήμουν 'λιγοστή.

Θα περάσουνε τα χρόνια και θα λες
επακριβώς πού ήσουνα(και απαιτούσες μόλις 'χθές).
Διαπορώντας για το τίποτα,μες 'ς τες σκιές
επέστρεψα 'στη Μαριγώ που κατακαίεται (ο κα-)μπινές.

Πολλάκις 'στο Χωριό
Την ερμηνεία κάνε,δώσε ρεσιτάλ,
κρεσέντο εξηγήσεων προς το Ρετάλ'.
Χωρίς να βλέπω θα σ'ακολουθώ
(εάν και 'βούτηξα μες 'στο κενό).

Τακτοποιήσου,'κεί,'στα Ξένα
και θα μου χαρίσης και την κτένα.
Δε θα στείλω πάρα μια πυξίδα
για να δείχνεσαι πυγολαμπίδα.

Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

ΚΑΙ ΕΣΤΑΙ ΠΛΑΝΗ ΕΣΧΑΤΗ ΧΕΙΡΩΝ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ

'κεί που 'λύγισαν Νεκροί
μες 'ς το μαγγανοπήγαδο και διουρούσαν.
Πύκνωσις της απουσίας
μες 'στην παλαιότητα(πως κάποτε 'γαμούσαν).
Σύννεφα και υετοί
'στο Θέατρον της Τροίας.

Μείον plus two twice as usual
Αστοιχείωτες εκφάνσεις.
Εκδοχές των Ανομοίων.
Ευγενέστατες επι-σημάνσεις.
Με μια Δόξα για την Ίον.

Ζημιογόνα τα χωράφια.
Μπεκ Κατσίκες να ραντίζουν.
Μες 'στο νου(και σιγοψιθυρίζουν:
παραχώσου μες 'στα ράφια).

Νευράκια για μια τιποτολογία.
'Ξεύρω(δε θα επιστρέψης).
Εκκρεμής μια σκέψι-φαντασία
όλο χάρη να μαγέψης.

'Στην Τερψιθέα για χορό.
Για το μνημόσυνο με chess.
Πηγαίνοντας 'ξανά σχολειό.
Διαφεύγω,τώρα,για να κλαις.

'Νωρίτερα και να 'ρχεσαι
δε θα με 'δης 'ξανά.
Εξουσιάζεσαι και άρχεσαι
από τα βασικά.

Με το Σταυρό και 'στη βροχή τραβήγματα κακώσεως των αστραγάλων
Δεν κατάφερες παρά κουτσομπολιό.
Δεν έδειξα παρά τι δεν εθέλω.
Αιωνίως 'σ'ένα Τέτοιο χωρατό
που μ'έκανε με κρύο ν'αποστέλλω.

Που θα στείλω 'σπίτι
Γεγραμμένο πως θα γλείψης
ένα νέο γλειφιτζούρι.
Θά 'μ' εκεί και θα με τρίψης
και να γίνης το τσιμπούρι.

Γούστα και με βίτσια
Έσπειρα το χώμα
(και περίμενες ακόμα).
'Φόρεσες το Μήτσο
που σου έκανε καπρίτσο.

Δεν υπήρχαν άλλα λόγια
(έκανες το Μπεναρόγια).
Ρώγες,τσάντα και κορμάκια
να χαζεύουν τα χειλάκια.

Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

Η πρώτη και γενναία(οπτασία πολεμίστριας Ψυχο-Σαββάτου)

'Χαμηλωμένες βλεφαρίδες,
υψηλά πολύ τακούνια,
πέφτοντας από την κούνια
που διέσυρε τις καρωτίδες.

Παναγία η Τριάς
θα λες και θα φυσάς.
Μιαν Ιστορία 'στη Γλυφάδα
που σε βλέπει σα λαμπάδα.

Νοστιμότατ'ειπωθείσα
κάνοντας αμάν για τσίσα.
Για το Χούλιο με την Ιβάνα
τώρα που χτυπά Kαμπάνα.

Γυρίζοντας από τα μπαρ(Ηδονική),
πηγαίνοντας 'στη Βάρ' για coffee και για σκι,
με τους θεούσους(άλλους)και μες 'στα μπιφτέκια
(καταβρόχθισις Συμβολισμού που 'χώρισε τα Στέκια).

Γράφεις για να ζης.
Και αντιγράφω της θανής
επί εσχάτων τη διαθήκη.
Post μ'ελβετικές για Μίκυ
αποπνέοντας γραφής
την εξουσία μιας ζωής.

Άδοντας απ'οφειλή,
διαμένοντας 'στη Θέρμη
δίχως,διόλου,ενοχή
με μια καρδιά παντέρμη.

Με προσωποποιημένη τη βαλβίδα
Ήτον η ψυχή σου άδεια
και,αλλάζοντας και λάδια,
'πήγες διασκεδάζοντας 'ς το Λαγονήσι
να χαρής που έβλεπες 'στο Γκόμενο την Κρίση.

Δεν εδόθη εξουσία
(όλα ήταν διοσημεία).
Δεν απογειώθηκε το σκάφος
(κι'έγινε ο Τελευταίος Τάφος).

Είχες την μεγίστην απορία
(το εάν θα έρθης να σε 'δω).
Δεν αντικρίζω,πια,καμμία
(δε με θέλεις και γυρνώ).

Εθνικός προς την Καλαμαριά
Σέρκους για κουρσάκια.
Μια τσιγκουνο-Νικολέττα.
Που θ'αρχίση μια vendetta
συντροφία με παπάκια.

Τίνα για τη Λαίδη
Ζυμάρι μιας παιδούλας,
Χ για μια Σκορπίνα,
με μιας Κυριακούλας
φλογερή κουρτίνα.

Ξέρασμα χωρίς αναισθησία.
Μια κοτόσουπα για μούρη.
Δέρμα-κόττον(το τσιμπούρι).
Τραγική μια nulla Ειρωνεία.

Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

Προς μι'ανέφελον κομπίνα με μια γ-καραμπίν'α-μολυβδοκονντισιονερασμένη

Ξεδοντιασμένες οι παρονυχίδες
που δεν είσαι τόσο μα που είδες.
Μια δυσκίνητος,σωστή φοράς,
που 'στο γραφείο τις πετάς.

Ποιμνιοστάσιον αρνίο
λατρευτή μια ευωδία
για τα ζλάπια 'στην Πρωσία
θέλγοντας τη Βίκυ μες 'στο κρύο.

Το μέλλον τ'όλο χάνεις
μες 'στο παρελθό σου τες βουτάς
για μιαν την ανθρωπότη που ξεχνάς
'στα σύνορα της Μάνης.

Η φίλη σου Χαλκίς
ο γκόμενος 'στην Πάρο,
η 'βρεγμένη σου σανίς
που τρώγουν το σανό(γουστάρω).

'Πληγωμένη κρεβατομουρμούρα
'στη ζωή που έδινες τα ούρα
καλουμένη,πλέον,να λαλήσης
πετεινό και 'κεί εντροπικά να σε αφήσης.

Τι θα κάνεις,πια,δεν 'ξέρω.
Τι θα 'δω(μοτόρια μ')αγνοώ.
Προσέβλεπες(να σου αφοδευθώ)
(διαγώνιος στροφή που χαίρω).

Είχα μια τραμπούκα.
Σε 'ζητούσανε ψυγεία.
'κούω,τώρα,Κούκα
επιστρέφοντας(θρανία).

Τραυλοπάτης που 'σοβούσε
διερχόμενος εδώ('ψοφούσε)
που κανών εθέσπισε('στην Ανδρομέδα)
να στεγάσης bubbles για τη χειροπέδα.

Καλούτζικα
'Στ'όνειρό σου(αν με 'δης).
Και πρόσεχε,ειλικρινής'
να τρίβεσαι(και ας πονάς)
μες 'στα ζουμπούλια της βραδιάς.

Έκανες το σαλο(ν)-douche 'στη Ζέα.
Ήμουνα διστακτικός(μα έπιανε κεραία).
Φοινικίζοντα με γραμματάκια
να ξυνογαλλίζουν τα ç akmakια.

Ambulans μωβολιγούρας
ζάθεος 'στην ημερούλα
πληκτικός για Μαρι-γούλα
'στο απόμερον(Της Τζούρας).

Τραv(el)issimo να λες
πως άλλο(πόσο)δε με θες.
Πιο κυριλέδικο να γευματίζης
με κορούλα που απο-χωρίζεις.

Έγινες εσχάτη.
Δε θα 'πλούτιζες ποτέ.
Σε 'θέλησαν(μες 'στην Ο.ν.έ.)
να νιώθης kinky-κράτει.

Τετάρτη 2 Αυγούστου 2017

Ανομίας η κατάλευκος σελίς(μιας ανα-παύλας)

Μια 'νοικοκυρά που έψαχνε αφέντρα
'ζυμωμένη με μια λόξα για τα δέντρα
με χαρίσματα και αρετές ντουζίνα
'σε 'θελήματα εκπίπτοντας προς Κίνα.

Ήμουν σοβαρός
(και ήσουν για τα ούλα).
'δ(ε)ιάζει και το φως
για φίλη σου(τη Σούλα).

'Τσιμπούσες.Στόμαχος βαρύς.
Να σέρνεται με το Λαμπράκη.
Για Βιβούλας το νεράκι.
Πλάγιασε και θα τον 'βρης.

Μανία σ'έπιασε να κορο'ι'δεύης το φα(ο)δράκο
(ήτανε παράνομο ζευγάρι).
Μόνη έγνοια,πια,η Πάρη
(prends ton temps..!)και κανακεύοντας το σάκκο.

Κλείδωσε την τάρτα.
Σου τα δίνω(πάρ'τα).
'Χάθηκες 'στην αθε'ί'α
(με Σταυρό-αλλά Κυρία).

πας
Ξέχασες να 'θέλω.
'Στο κηπάριο για κούπες.
Η Τραπεζικός με το Νταλί.
Τα προμηνύματα Δωδώνης.
Έρημης(φιγούρας),τόσο μόνης.
Καταπληγωμένης(για ζωή).
Που τόσον ήθελε(και τού 'πες).
Σύζυγος ή Πέλο-;

Freak-iasmeni προς Δοξάτο
(δε με 'βρήκες ορεξάτο).
Δε με ήθελες-γι'αυτό
σ'το γράφω('λίγο...)με στανιό.

Φάγ'ευφραίνου
με βιβλίο Ρένου.
Ήτανε Μαλβίνες.
Έπιασαν οι πείνες.

Α-κόμ(μμ)'αν(π)έστειλα Typhoon
Παρόχθιες σαλάτες.
Δίχως επιβάτες.
Αηδ(ρρυθμ)ία(Fool moon).
Λένε τόσα(και...'μιλούν).

Να σιγήσης μια για πάντα(Γ--λ-άστρα)
Δε σου 'ζήτησα να μ'αγαπήσης.
Ήσουν γκόμενα περιωπής.
Τι άλλο θά 'θελες να 'πης;
Αναίμακτα σου εύχομαι να ζήσης.

Με τις πορνόβιες των ακινήτων,
για τομάρια της τουλούμπας,
νιότης παλαιάς(της Κάτω Τούμπας).
Προς το Γέροντ'αλλαχού(Μελίτων).

Περί μιας Βαζελ-ίνης(-όlιο με ή για το Sol--us)
Κράτησε τη Benz.
Δε τη 'χρειάστηκα.
Δεν πέφτω('σπάστηκα).
Chez uncle Μπεν'ζ.

Τρίτη 1 Αυγούστου 2017

Κορασίδες υπερήφανες με ημι-διάφανη ζω(ν)ή από την Αρωγή 'στο Σούρα

'Κοιτούσα με σταχτί(λυγμό)
'ς της μέθης μου τα βράδια
την εικόνα που 'θελε Θεό
κρατώντας τα σημάδια.

Χρυσόψαρο κηρίον
δόξης μιας εκλύτου
(όνειρο του δύτου
ξέσπασμα κυρίων).

'Σάπισαν τα φύλλα
έπαθα και νίλα
που μανιωδώς θα τη 'φυσούσα
εξορκίζοντας εκεί που διουρούσα.

Μες 'στο Άλφα για το Σίγμα
'σε Φερράρα-Φλωρεντία
εμπροθέτως μ'ένα Ρήγμα
'στο Εγκώμιο(Μωρία).

Σύννεφ'αρωματισμένα
'στον αχό αφανισμένα
τη δικαίωση κο(ι)μίζοντας εκεί
που θα τους κάνεις naughty-smash παιδί.

Κακαόδενδρα μες 'στη Μεγίστη,
φοίνικες 'στη Νάξο
(όντως πού ν'αράξω;)
'στην αμηχανία πως θα 'βρω Καλλίστ'.

Εισήλθα 'στα κλεφτά,
σου έκανα και πλάκα,
'πίστευσες θα 'βρης Μαλάκα
να τα'ί'ζη τα Μωρά.

Είχες αγωνίες υπαρξιακές.
Δε θα 'γινόμουν Βήμα
για τις απορίες μόλις πού 'χες 'χτές
να δίνεσαι 'στο Νέο Κύμα.

C'est en mode surtout avant tout..!
Το μέλλον σου ανοίχτηκε
(θα έκανες την profession
χωρίς να πας για οντισιόν
-Σαλογριά που επιδείχτηκε).

Πια 'ξανά ποτέ να 'δης πως 'γέρασες επάνω 'στο θρανίο
Καθ'οδόν και 'στα λαγκάδια
όπου σπέρνεις θα θερίσης
και κατ'οίκο με σημάδια
πού 'λεγαν να μη γυρίσης.

Δε θά 'ρθω
Μάταιο λογύδριο
προς Κρήνη,'στο Ευύδριο.
Μιας δόξης απο-μιμητές
(Μωρό μου,σού 'λεγα ''Μην κλαις.'').

Τα λόγια 'φόρτωσα μες 'στα πατίνια,
έγραφα να 'δης πως απεχθάνομαι
τις φιλενάδες σου(Παράνομε!)
που 'γέμισαν τον κόσμο με μια γκρίνια.

Υποδήματα των se(Si)x(t)ies
Θα με 'βρης Καβάλα
έκανα και τάμα
να σου πάρω άλλα
τρέχοντας το βάμμα.

Σωτήρ και Παντοκράτορος
Αναπαύσου μες 'στο θρόνο
που με βλέπεις τόσο μόνο.
Και δεν κάνεις τίποτε για να παλουκωθής
να παίξουμε με τα στρινγκάκια της Ζωής.

Η ζωή σου όλη
'ξεχασμένη Ντόλλυ(-λι)
με πατράκο 'στη Δροσιά
και προς Εκάλη μητριά.

Μες 'στους νεο-πλούτους πενταροδεκάρας
Δε με θες και θα σε γράψω.
Άλλον ίδρωτα θα θάψω
για να 'δης τι ψεύτρα είσαι
που χαρίζεσαι(για...'βρίσε..!).

Την Αγκι-λέρα
'Φόρεσα τον ασημένιο Κουκουέ.
Δεν ένοιωθεν,ο δύσμοιρος,τα Δαπιτάκια.
'Μοίραζε στεφάνους 'στα δειλά γατάκια
των Φριι Press(ζ)(ες/ας)(και)παραγνωρίζοντας τον Τσε.

'Σ του Μουεζίνη Ραμαζάνι για το GULBAH(Z)A(AA)R-ι σκθλάβων
Ήτανε γραφιάς της Βραδυνής.
Τους έγραφε 'στον τοίχο.
Δίχως κρότον,άλλον ήχο
('πιάστηκε να βήχω
-Λειτουργία της Παρασκευής).

Ο Γηπεδούχος(με ταλάν)
'Σάπισεν καρύδα
με το άγγιγμα του Μίδα.
Balls με αλογοουρά,
οργώνοντας χωριά.

'Ζήλευε το κουμπαριό,
εγκατεστάθη(πότε;)Κρήτη,
μέρος σα'ι'τ-ευτικό,
με Tonotil ή προς Μαδρίτη.

Με muerte pad(t)ria(-ot)
Σού'πα να τα χάσης;
Θα 'βρεθής 'στην Τήλο
να σε χαίρεται το Φύλλο
-προσκαλείσαι ν'αποδράσης.

Κυριακή 30 Ιουλίου 2017

Παθέ-τικ-ς,άνξιους 'n' φιούριους-Λι(περί Φλωράτου-με τη λίρα για το γιεν)

Ξεχέριασμα της Ωγυγίας
'στο νεκρο-μαντείο της Α-νοίας.
Easy-pedia και trash tv
με τον Πατέρα Εραστή.

Με τη βαλίτσα για την ώρα
παραμάσχαλα εκεί και γκαρνταρόμπα
έτοιμη για το μπουρνούζι τώρα
με βουτάνιο(=μια υδρογονοβόμπα).

ΜΗΝΙΝ ΑΟΙΔΕ και πάρε θάρρος.
Διώξε τις κακότροπες Σειρήνες.
Δε χρειάζεται να κλαις
που θα κρυώση ο καφές.

Στραβόξυλο στραβο'ρινούλα
έμπλεξες με τη μανούλα
και τους γκομενιάρηδες χωριάτες
μες 'στη ρέμβη των να βάζουν πλάτες.

'Ζήλευσες το κύρος
(έρχεται ο Πύρρος).
Έπεσεν η Νέα Ρώμη
(τώρα κτένισε την κόμη).

Με μια Τάνια 'τρελλαμένη,
να φυλάττη το κορίτσι
'ξαφνικά Rich που 'γινε και Richie
(μια Ρετσινοχτυπημένη).

Δεν ξεπλένει ο Νιαγάρας.
Δεν 'καθάρισεν ο Σηκουάνας.
Άτρι(υ)χης αρλούμπας μάνας
που αντίκρισεν ο Clara-ς.

Αρχιτέκτων
Ονειροδρόμος Μαγγελάνος,
Bulevardi 'λευτερίας,
Διόνυσος και Μητροπάνος,
με Πλινθόκτιστα Σαμίας.

Ντουλαπάκι για joujoux
με μπομπονιέρες ένα μάτσο
(έφαγες καλό στραπάτσο
-μη μου λες πια για bijoux).

Σχέσεων καλών
Noise τόσος(στριμωξίδι).
Με το φέρελπί σου Γανυμήδη
να τραβά προς στρατηλάτης
δημοσίου(μιας απάτης).

'Παρουσίαζες Δελτίο.
Ραδιόφωνο-τουίττερ.
Η γλωσσίτσα σου 'στο Θείο.
Salt with full of bitter.

Ανατεθραμμένος με ονειροπόλησι(αρνάκια-κατσικάκια ± υπεραγοράς ταμείο)

Κακιά
Πατρική φιγούρα
τόσον απομακρυνθείσα
με δευτεροτόκι για ροκιές.
Και σήμερα και,πάλι,'χθές
ανοίγοντας τα τούλια
'στην αθώα πούλια
κατακαίοντας και τις φακές
'στη σκέψη πως θα πέση λύσσα.

'Στην Ανταρκτική(προβλήματα ζηλοτυπίας)
Σόλων και Απόλλων.
Γκόμενοι για τις χαζές.
Δεν έβλεπαν τι 'θές;
Εγκράτεια των Πόλων.

Ορμενστίκτων(''Ο σαβουρογάμης.'').
Τυμπανοκρουστά με διάνοια
γεμάτη λόγια και φιλιά μιας Μάμμης,
ευνοούμενος από τη Ράνια.

Συναγρίδες για μια καβουρίν'αστακομακα(κανελλ)ο-ρ-(ό)ν(ι)α(-ά)
Υφηλιακές αντανακλάσεις
φωνασκίες με κομψές διαστάσεις
μες 'στο Monte Carlo-ς(Το τσακάλι)
και το Μονακό παρέα με μπουκάλι.

Δε μ'έδενε η Γη
(και ήσουν υπεράνω).
Τι κερδίζω και τι χάνω;
Fifty-fifty μια ζωή.

Προσμονή οριακώτατ'
ανομίας και λυτρώσεως
'σε τεστ υπερκοπώσεως
για μιαν οδύνη με κυλόττα.

'Στην παράγκα(με το Θρύλο).
Παραέτρωγες (και;) ξύλο
της αρκούδας που 'γινε νυφίτσα
συνοδεύοντας προς την Αρκίτσα
για να συναντήσης Αφγανούς
με δυο τσόντες μιας Μορμούς.

Δεν έγραψα το πρώτο.
Τό 'γραψα για να το 'δης.
Για το ανάποδο γαμώτο
πού 'βλεπες πριν να μου κοιμηθής.

Τυρόγαλο για την Ωκεανία
και μηλόξιδο για πέψη
που φοβείσαι πως θα ρέψη
'σε μια κόρη Σκόδρας(Αλβανία).

Νεότης θαρραλέα
για τον Πύργο,την Πυλαί'
ακλόνητη που μένει
και με sus πηγαίνει.

'Γυάλισε το πάτωμα
χωρίς αφρούς κ'ελάττωμα
ν'ανίσταται χωρίς αιδώ
'στο Πετρογαλα-κ-το(ς-ς)χωριό.

Μοίρα ώρισε να δίνω
ρέστα όπου έτρωγα και πίνω
yalancı με την πιπίλα
να παιδεύω μία Σκύλλα.

Παρασκευή 28 Ιουλίου 2017

Πόθ'ετεροκινούμενα και πότ'αυτόφωτα με μουρουνέλαιο χωρίς τους οπαδούς

'Δούλευε machine.
Και είχε γκομενάκι
πού 'λεγε ''Αμήν
(και πότε;).''(παιχνιδάκι).

'Ξύπνησ'ο παππούς
τα χάπια του και 'πήρε.
Μες 'στο πλοίο της Αργούς
ανάσα(ω,ανίρε!).

'Στην Τροιζήνα
Κωλοχωριάτες μια ντουζίνα
με σταυρούς για παντομίμα
και με μωβ οδοντικό το νήμα,
ψάχνοντας Εκείνη(μία Ζήνα).

Οξύνους ήσουν.Ψάξε για βενζίνη.
Τη γυναίκα,πλέον,της Ζωής Σου 'κείσε θα τη 'βρης
εκτός αν δε σε 'θέλη και μ'αφήνη
με δακρύβρεκτες αγάπες και οδύνη
περισσή που 'χώρισε με το νερό της Αλλαγής.

Σοβάδες έπεφταν μες 'στις δαπανηρότατες μο(υ)νάδες και oregano με peppermint
Λυπούμαι που πικραίνω.
Κόμπους λύνω-δένω
(και δεν ήρθες πουθενά).
Με by bus ή τραίνο
και σφαιράτος μαναχά
γι' ''Αγρίμια'' ή Ρουβά.

Φρύγανα(μια ιδεοληψία
που την έκανε κυρία).
Ενωμένες αντι-φάσεις
που σε κάνουν να...κεράσης.

Χείλη σου δαγκάνες
μα ψυχούλα τόσο πατινάζ.
'Γλιστρούσες μέσα(και τινάζ'..)
(και άνοιξα τις βάνες).

Κατοπτρικά του Αρχιμήδους
Παρέθετες το γεύμα
(έκανε και ρεύμα).
Είχα τόσα να σου 'πω
μα δε 'μπορούσες(να με 'δω).

Επέστρεφες πολύ πρωί
και είχα,ήδη,γίνη χάλια.
Μη γυρίσεις.Και Annalia,
ζυμώνοντας μια Summa 'κεί.

Γι'αητούς και γύπες μιας χρηματαποστολής Εμποροναυτικού Δικαίου
Makina για μιαν ιδέα
(ήτανε 'ψηλή-γενναία
μ'άπιαστη 'ξανά 'στις πίπες
-έφτιαχνε ποτά με τρύπες).

Κορίτσια σου να είναι
Αρκετά σημάδευσε καλά
και άφησε το γιο σου.
Πάρε νά 'χης(το σταυρό σου)
και σου στέλλω,τώρα,τα παιδιά.

'Στο τζην που(τότε)πίνω
σημασία δεν σου δίνω.
Άλλον 'θές και βάλ'το 'στο μυαλό
πως ζης,απλώς,για το κοκό.

Εσχάτων χαρισμάτων
Ανέξοδα τη 'βγάζεις
(και μην ησυχάζης).
Παραισθήσεις βοηθούν
και 'στ'όνειρο σε οδηγούν.

Πικραμύγδαλ'αργοσχόλων,
βλέποντας τους λόγους σαν τροχοβοήθεια,
'χαμένοι(αυταπάτες)'σ'ένα μάθημα(Ηλίθια!)
ημίσεος και των συνόλων.

Τ'άρματα Μοισών-Χαρίτων
Δεν θα ήθελες ν'ακούσης
άλλο.Μην τον παρακούσης.
Γράφει μορφασμούς από τον πόνο
σαν πρωταθλητής Σφιγγός(και ζώνω).

Για πορείες κατακουρασμένος,
μια ζωή 'στα πέλαγα εισπνέω
με τ'αρώματα που ήσουν 'κομψευμένος
για μια παραμύθα(μα τι λέω;).

Παιζάκια και ορνίθια,
μα τη λαμπερή αλήθεια.
Ονειρεύθηκαν το πάθος
μα τους άγγιξεν ο Άθως.

Είχες ταξιδεύτρια τη μάνα.
Ζυθοπότης ο πατέρας.
Έπλασαν Υιό μες 'στην αλάνα
(και 'γεννήθηκε το Τέρας).

Άρπαγες και κλέφτες
(στιγμιαίες απολαύσεις).
Ά-σημοι και ψεύτες
που καλείσαι να τους ψαύσης.

Σέλω μόνο να σου 'πω πως Σε 'βαρέθηκα.
Και ήτανε από παληά γραπτό πως 'δέθηκα
και σου αφήνω δύο cigarillos-πέντε στάκτες,
δροσιζόμενος ευγεύστως με τους καταρράκτες.

Δε σου 'ζήτησα πολλά.
Να τέρπεσαι,αγάλλεσαι
και 'στο ρυθμό να πάλλεσαι
χωρίς μονά-ζυγά.

Πέμπτη 27 Ιουλίου 2017

Με Rinaldi νεοπλούτου Αθιγγάνου και ντουμάνι 'στο ντιβάνι Τζένης Βάνου-Οι Κουλούρες φυτοφάγων και μηδενικά κρεατανθρώπων

Την πόρτα
Πλατανόφυλλα 'στην αμμουδιά
και 'ξεραμένα χόρτα
κλείνοντας εμμονικά
με πολυτίμους και χρυσαφικά.

'Πουλημένες ταξιδιάρες
και γερόντισσες μωρές
με παρθενοπιπίτσες ικανές
(αφράτοι κώλοι και βυζάρες).

Άπνοια κ'εσύ να κάθεσαι ακόμη.
Με τις φίλες σου να ονειρεύεσ'ερωτιάρη
που θα σ' πάρη με μια στέκα(Νόμοι
απαράβατοι με την αναισθησία του πρωτάρη).

Δεν έβλεπα την ώρα
που θα έρθη μπόρα.
Ξέχασέ με,αν 'μπορής,
μες 'στ'όνειρο βροχής.

'Ζήλευες(εγώ ποτέ).
Δεν είχα τι να κρύψω.
Πριν να έρθης,θα σε νίψω
μες 'στον καμπινέ.

'Θύμωσες(εκεί αγριεμένη).
'Πείσμωσα(ποιος θα σε περιμένει;).
Μια βρακολαλούσα με νυστέρι
για μιαν άλλη με παχύ τεφτέρι.

Βαρυπόντων με πλεκτά
Συγκινήθηκες.Εγώ καθόλου.
'Πήγαινες κατά διαόλου
και,ω θαύμα,σ'έσωσαν αλήτες
που βαδίζουν πάντα με τις μύτες.

Μια μοναχοκόρη πατσαβούρα
για να συγκεντρώνη μόνο μούρα
και να παίζη με αμάξι'
(αποτελώντας φράξια).

Πώλει πνεύμα
(κάνω νεύμα).
Είχες μούρη
του Μουντζούρη.

Σου.Sim-so(u)n's Εμ-παίζοντας κρυφτό
''Ω,γλυκέ μου!'',θα του 'πης.
Πολύ που 'χάρηκα να 'δης
που θα τον 'πούν κ'εκείθε,τώρα,λαθροκυνηγό
να σέρνεται 'στο κορδονάκι της(αν έχης το Θεό!).

Έκλεβε παγκάρια,
έχανε 'στα ζάρια
και του Περροκέ θαμών
των οπισθίων της Σιών.

Δεν είχα τι να 'πω
και μοχαχούλα σου σε 'βρίσκω!
Έμιξα μελί ζωμό
(το μέλαν'..)άπο ζάχαριν και Misko.

'Ξανά ποτέ
Απαθής(για την καρέκλα)
συντροφιά με μία Θέκλα
και τον Παύλο προς τη Δαμασκό
να βλέπω φως εκεί που δε θα 'μπω.

Κύρι'ελέησον και σώσε μας,Κυρά.
'Στο μαγαζί ενός Σωτήρ'(Ιεχωβά;).
Οι ενθυμήσεις με κορόμηλα,στραγάλια
χίλια πού 'γιναν στιχάκι και σμπαράλια.

Allu fuck τσάρκ'
Προβλεπόταν διασκεδάζεις.
Δώσε τόνο και για 'μένα
που θα λείπω(αν αδειάζης..)
με τις βέρες για την πέν'.

'Πούλησες ό,τ'είχες.
Τά 'δωσες 'στο Θοδωρή.
Μια τοσο-δούλα 'στο βρακί
που 'χώθηκε 'στις τρίχες.

Κρυο-τερπνούλα κλαψο-μούνα
Παράχωσα το μέλι,
έκαψα τη Ρίγα-'νιά,
μου χάιδευες τα σκέλη
και 'ροφούσες γαλλικά.

Ήσουνα παππάς Πατριαρχείου,
έγινα ζευγάς εν μέσω κρύου.
Και συνέχεια του 'μιλούσες για ψυχαγωγία
με τους υδρατμούς που 'γέμισαν ψυγεία.

Δακτυλήθρες-μπομπονιέρες
δραπετεύοντας με σούζα.
Γιουνιβέρσιτυ(βλαχάρες).
Στραβοτιμονιές(χαβ-ρ-ούζα)
'βουτηγμένες μες 'ς τες φτέρες
για 'μικρές και για ζημιάρες.

'Ψώνιζες το Γερμανό,
τα είχα με Γαλλίδα.
Ήσουν μακριά και δε σε είδα,
'γύριζα,εδώ,με Bo.

Αρρώστησες βαρειά,
εξορκισμένη μου παρθένα.
Σού 'γραφα μανιακά
μα έβλεπες τα τρένα.

Δεν 'κάθησα.Και περπατώ,
ακόμα,για μνημεία
μασκοφόρων 'στην πορεία
δίχως 'θέλω και ζητώ.

Ό,τι κι'αν συμμελετήσης
το μυαλό σου νά 'ν' εκεί
πριν να προλάβω για ν'αφήσης
ό,τι τόσο σε απασχολεί.

Που έχεις-για να λες
'Πήγαινες 'στα μπαρ με κοσμικούς.
Δεν είχα πού να μείνω.
Τώρα φεύγω και σε σβήνω,
θυσιάζοντας και τους Θεούς.

Με γκανιότα 'σ'ένα petro-gaz και δίχως βαρελότα(για τον Uncle Kevin-Triangle)
Τρικαλινή τρυγόνα,
Λαρισαία ημιόνα,
'σε Μοναστηράκι και Θησείο
'κάπνιζες το ναργιλέ κ'εγώ το Θείο.

Ασφάλεια για πάντα
μες 'στην τσόχα(Prada).
Η ζωή 'μικρή
παρέα 'στο γιαπί
με Yankees φωτογράφους
που τρελαίνονται 'στο μπάφους.

'Συρόσουν προς κουζίνα.
Έτοιμη να δώσης ρέστα.
Βάλε χρόνους και ξεκίνα
να γνωρίσης Ινιέστα.

Δε θα 'ρχόμουν.Σώπα.Για να μάθης.
'Βγές εσύ να 'δούμε.
On δι air θα 'πούμε
'λίγα και καλά πριν να την πάθης.

Η κορούλα σου η Όλι(-η)
πού 'κανεν αλλαξοκώλι
με την άλλη,τη μαμά,
χαρτί γεμάτη,μαλακά.

Είχε την ταινιοθήκη.
Δεν απείχα τόσο
μέχρι να σ' το(-ν) χώσω
μες 'στην εργαλειοθήκη.

Ευρύτριχες κυράτσες
πιάνοντας μπεκάτσες
'στην Anadolu του φθινοπώρου
με γεμίσεις καστανόξανθες(του φλώρου).

Full time season.
In the small fat prison.
Getting mad,by the way,
happy traveller που κλαίει.

Ήταν όρθιος(εφ'ύδατι και βλέμματι μες 'στο οινόπνευμα οινόφλυγος θεούσης)
Financiare και minuto.
Άλλο,πάλι,πέρα,'τούτο.
Δεν προλάβαινα να πέσω
'στο γλυκό και να τη δέσω.

Για τη Λύκαινα τη Donna
που το 'χάρηκε πολύ(Παρίσι),
ξεσκονίζοντας γοργά τη βρύση
κατακτώντας τον Αιώνα.

Έγραφα να 'δης ποια είσαι.
Τι θα ήμουν αν ερχόσουν.
Πρόσεξε:θα σε προδόσουν
'κεί που πας και προσποιείσαι.

Τιβερ-λίγκα για την ERA.
Με δυο φίλες εκλεκτές
που έχυναν 'μπροστά 'στη βέρα
πού 'χες μόνο για να καις.

Δε θα μ'έχης κι',έτσι,
φάε κοκορέτσι.
Δε θα σου 'μιλώ
(και είναι σοβαρό)
γιατ'ήσουν 'σε χωριό
κι',εγώ,μες 'στο κοτέτσι
που περίμενα(και ζω).

Κουτί,σαβούρα,τόσο νιότη.
Γλυκοχάραξε κ'εσύ να τον φιλάς
ακόμη(τον αχρείο πότη)
με Γεροντικό 'στο φως μιας παιδιάς.

Μείνε 'στο γραφείο.
Έχω Studio,εδώ.
Ανέβα 'στο Βουνό
πριν να μας πιάση κρύο.

Το 'ξέρεις;
Ήταν η ζωή του όλη
άνεμος 'σε βιτριόλι.
'Στη ζωή σου μια για πάντα θα σε αρνηθώ
να ησυχάσω και να σταματήσω(τι τραβώ;).

Ευφυεστάτη για μια νύχτα.
Τ'άνθη σου μου 'πέταξες(και ρίχ'τα)
για να 'δω μια γεματούλ'αμέσως('στην Ερμού)
που έτρωγε τις ρόκες-σάρκες(πονηρή και αλεπού).

Φωλεά και σμήνος.
Άνθισεν ο Κρίνος.
'Στην Ελλάδα Finos
(γελαστός ο 'Ντίνος).

Αραχνοφοβίες και κραυγές.
Αγωνιστής μες 'στις φακές
που 'σέρβιραν μπατσίνες
με ιστό μακρύ και ίνες.

'Στο Forest Black με τα πατιναριά υδραμφιβίου σήματος
Πάλ'ευτυχώς θα με αφήσης.
Εξυψώνομαι και παραζώ.
Εσύ,δα,κοίτα να σαπίσης,
τότε,για τον ώριμο καρπό.

'Γεννήθηκα για ρωμαλέος
(όμως 'πέθανα πιο νέος).
'Γέρασα χιλιάδες 'στη μωρία,
'ξέρασα φυλλάδες για Κυρία.

Και σχολαστικά που τα διαβάζεις δε με συγκινείς.
Το αγοράκι σου και τον αντρούλη
σου που σε κακοπηδά 'στο Σούλι,
κάνοντας αμάν,εδώ,από το 'σπίτι του να 'βγης.

Γεροντολάγνος για ζωή,
για φιλολόγους sport,
με χημικούς çok zor,
τραβώντας πόδι και κουπί.

Τράβα 'βρέ το γκόμενο που σου αξίζει.
Δε με άγγιζες μηδέποτε αλλά,εφιδρωμένος,
είπα πως αρραβωνιάστηκα(και μένω 'χωρισμένος),
δυστυχής με τη χαρά που σε θυμίζει.