Παρασκευή 28 Ιουλίου 2017

Πόθ'ετεροκινούμενα και πότ'αυτόφωτα με μουρουνέλαιο χωρίς τους οπαδούς

'Δούλευε machine.
Και είχε γκομενάκι
πού 'λεγε ''Αμήν
(και πότε;).''(παιχνιδάκι).

'Ξύπνησ'ο παππούς
τα χάπια του και 'πήρε.
Μες 'στο πλοίο της Αργούς
ανάσα(ω,ανίρε!).

'Στην Τροιζήνα
Κωλοχωριάτες μια ντουζίνα
με σταυρούς για παντομίμα
και με μωβ οδοντικό το νήμα,
ψάχνοντας Εκείνη(μία Ζήνα).

Οξύνους ήσουν.Ψάξε για βενζίνη.
Τη γυναίκα,πλέον,της Ζωής Σου 'κείσε θα τη 'βρης
εκτός αν δε σε 'θέλη και μ'αφήνη
με δακρύβρεκτες αγάπες και οδύνη
περισσή που 'χώρισε με το νερό της Αλλαγής.

Σοβάδες έπεφταν μες 'στις δαπανηρότατες μο(υ)νάδες και oregano με peppermint
Λυπούμαι που πικραίνω.
Κόμπους λύνω-δένω
(και δεν ήρθες πουθενά).
Με by bus ή τραίνο
και σφαιράτος μαναχά
γι' ''Αγρίμια'' ή Ρουβά.

Φρύγανα(μια ιδεοληψία
που την έκανε κυρία).
Ενωμένες αντι-φάσεις
που σε κάνουν να...κεράσης.

Χείλη σου δαγκάνες
μα ψυχούλα τόσο πατινάζ.
'Γλιστρούσες μέσα(και τινάζ'..)
(και άνοιξα τις βάνες).

Κατοπτρικά του Αρχιμήδους
Παρέθετες το γεύμα
(έκανε και ρεύμα).
Είχα τόσα να σου 'πω
μα δε 'μπορούσες(να με 'δω).

Επέστρεφες πολύ πρωί
και είχα,ήδη,γίνη χάλια.
Μη γυρίσεις.Και Annalia,
ζυμώνοντας μια Summa 'κεί.

Γι'αητούς και γύπες μιας χρηματαποστολής Εμποροναυτικού Δικαίου
Makina για μιαν ιδέα
(ήτανε 'ψηλή-γενναία
μ'άπιαστη 'ξανά 'στις πίπες
-έφτιαχνε ποτά με τρύπες).

Κορίτσια σου να είναι
Αρκετά σημάδευσε καλά
και άφησε το γιο σου.
Πάρε νά 'χης(το σταυρό σου)
και σου στέλλω,τώρα,τα παιδιά.

'Στο τζην που(τότε)πίνω
σημασία δεν σου δίνω.
Άλλον 'θές και βάλ'το 'στο μυαλό
πως ζης,απλώς,για το κοκό.

Εσχάτων χαρισμάτων
Ανέξοδα τη 'βγάζεις
(και μην ησυχάζης).
Παραισθήσεις βοηθούν
και 'στ'όνειρο σε οδηγούν.

Πικραμύγδαλ'αργοσχόλων,
βλέποντας τους λόγους σαν τροχοβοήθεια,
'χαμένοι(αυταπάτες)'σ'ένα μάθημα(Ηλίθια!)
ημίσεος και των συνόλων.

Τ'άρματα Μοισών-Χαρίτων
Δεν θα ήθελες ν'ακούσης
άλλο.Μην τον παρακούσης.
Γράφει μορφασμούς από τον πόνο
σαν πρωταθλητής Σφιγγός(και ζώνω).

Για πορείες κατακουρασμένος,
μια ζωή 'στα πέλαγα εισπνέω
με τ'αρώματα που ήσουν 'κομψευμένος
για μια παραμύθα(μα τι λέω;).

Παιζάκια και ορνίθια,
μα τη λαμπερή αλήθεια.
Ονειρεύθηκαν το πάθος
μα τους άγγιξεν ο Άθως.

Είχες ταξιδεύτρια τη μάνα.
Ζυθοπότης ο πατέρας.
Έπλασαν Υιό μες 'στην αλάνα
(και 'γεννήθηκε το Τέρας).

Άρπαγες και κλέφτες
(στιγμιαίες απολαύσεις).
Ά-σημοι και ψεύτες
που καλείσαι να τους ψαύσης.

Σέλω μόνο να σου 'πω πως Σε 'βαρέθηκα.
Και ήτανε από παληά γραπτό πως 'δέθηκα
και σου αφήνω δύο cigarillos-πέντε στάκτες,
δροσιζόμενος ευγεύστως με τους καταρράκτες.

Δε σου 'ζήτησα πολλά.
Να τέρπεσαι,αγάλλεσαι
και 'στο ρυθμό να πάλλεσαι
χωρίς μονά-ζυγά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου