Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Με πάθος για την ηδονή

'Σταμάτησεν ο χρόνος
μνήμες να χαρίζη
και σου ψιθυρίζει
πως θα είσαι τόσο μόνος.

'Πάγωσα και 'ράγισα
μαζί και με κορμί
απ'όνειρο 'ναυάγησα
ψελλίζοντας γιατί.

Όταν αποπνικτικά τα πάντα θα τελειώσουν
και για πάντοτε θα μείνης μόνη,
σου θυμίζω πως το κλίμα δε σηκώνει
και πολλά(ευθέως για να σου χρεώσουν).

Πορείας αναμνήσεις φύλλου
εύσωμης κυρίας,μήλου
και πορτοκαλιού 'στο δειλινό
που 'γύρευσα να 'βρω τον εαυτό.

'Στοιχειώθηκες με το στανιό 'στην αγκαλιά
μιας ψεύτρας μα γκαβλιάρας γκομενίτσας'
πως θα έβλεπες τον κώλο της κρυφά
'ξανά 'στο θαρραλέο πρόσωπο μιας θείτσας.

Αντίκρισες το φως
που έγινε σημείο μέγα
κι'έπεσες,εκεί,ξερός
από το Άλφα ως τ'Ωμέγα.

Όσα φέρνει ο καιρός
η ώρα τ'αποπαίρνει
σαν αναίσθητος θεός
που σε πηγαινοσέρνει.

Ανόητοι λακέδες
'σε 'καμμένα τόσα πληκτρολόγια
με βουτυρομπεμπέδες
να μαγεύωνται από τα δρομολόγια.

Ήθελα να 'ξέρω
με ποιον 'βγήκες 'χθές
αφήνοντας το βέρο
Αθηναίο για τη Μερσεντές.

Μαζί σου έκανα χαβά.
'Πουλούσες ιδεολογία.
Πότε μούρη για μωρά παιδιά,
ψοφίμι,μες 'στην αναρχία.

Σε 'γαμούσε κι'έβλεπες εμένα.
'Φαντασιωνόσουν πως θα μ'έχης
το φανάρι να κρατώ με 'κερασμένα
τα ποτά-κάτι,τώρα,που δεν το αντέχεις.

Εκθέσεως απόγειο
προσφόρου ευφορίας
'σ'ένα σκοτεινό ισόγειο
τυφλών ανωφερούς πορείας.

Αφελείς πιστοί,
ευήθη ανθρωπάρια,
προσβλέποντας 'στην Άρια,
χωρίς καρδιά,ψυχή.

'Πλανεμένη δόξα
με τα βέλη και τα τόξα
να δεσμεύη τη ζωή
ανώφελα ως το πρωί.

Virtual reality.
Ταινίες για τους νέους Μύθους.
Ψυχικά παράλυτοι
να ρίπτουν πέρα-'δώθε λίθους.

'Στα γιαπιά για χαρτζιλίκι,
'στα καράβια για ταξίδια,
όλα στάχτη και αποκα'ί'δια,
έρημος,σκυλιά και λύκοι.

Κοπρολάγνου αντηχήσεις
(οι 'μικρές του αφηγήσεις).
Αστειότητος τα πάθη πλείστα
(κάτω ρίξε τα ποτά και χύσ'τα).

'Καμμένη γη μιας πίπας
με τη μάν',αντάμα και την κόρη
σταυρωτά μες 'στης τουλίπας
το βασίλειο(του αφανούς memorii..).

Αργολογίας λύχνοι
'σκότισαν το δρόμο,
φτύνοντας τα ίχνη,
πού 'χα φορτωθή 'στον ώμο.

'Ζήτησα το κλέος
και απαίτησα 'ξανά το πάθος,
νέος και ωραίος,
με το έσχατο που 'βρήκα βάθος.

Αναβάσεις πτητικές
και καταβάσεις τόσον επουράνιες
από χιλιάδες διάνοιες
κατάγματα εισπράττοντας χωρίς ευχές.

Ιδεοληψίας σε περίμεναν οι λέξεις
χάδι 'στον αιθέρα και 'στον ουρανό φιλί
κρατώντας 'σ'έναν κήπο για να τρέξης
γρήγορα και να προσγειωθής 'στη γη.

Αχιλλέως ο θυμός
και Οδυσσέως πολυπραγμωσύνη
και ανέφελος καιρός
'μπροστά 'ς του νου την τόση σκοτοδίνη.

Για μιας Πηνελόπης προσδοκία,
ερριμμένος 'στα σκουπίδια,
φευγαλέα,μες 'στη μεγαλομανία,
με κατσίκες και με γίδια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου