Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

'Γευμάτισα με Δειπνοσοφιστές που 'γέμισε το πλήθος

Οι φωνές παρέσυραν,
τα σύνορα διέσυραν
και την αυγή με χείλη,
πότε απολλώνεια και πότε διονυσιακά,
συμπίεσαν τις ώρες,τα λεπτά
'στο ανθισμένο γεύμα του Απρίλη.

Ερωτισμό δε 'βρήκα
'στ'όνομά της να χαθώ
και το πρωί που θα 'ξυπνήσω
να την 'ξαναδώ
για να γλυκοφιλήσω
μέτωπο και χείλη,αχ τι γλύκα..!

Πρέπει να 'σαι ρωμαλέος
'στο παράθυρο για να σταθής
στρατάρχης,ο αιώνιος Ρωμαίος,
γυναικοκατακτητής.

Το χέρι 'μάτωσ'αγγελοκρουόμενος κτυπώντας
και μετά μανίας φοβερής τη θύρα,
έκτοτε που άφησα λευκή 'στη Θήρα
τη σελίδα της ζωής(πεντηκοστή)να ταξιδεύη κολυμπώντας.

Πενήντα ιαχές
'στο θέρετρο του παραλόγου
όπου οι ψυχές
πολύ 'νωρίς,τα μέλη του συλλόγου,
τη σκυτάλη 'πήραν του διαλόγου
με διαθέσεις παιδικές.

Ψυχή που εγκατέλειψα
σαν 'πλύθηκα με μύρο.
'Στ'όνειρο για 'λίγο έλειψα
για την αγάπη μου,τη Σκύρο.

Γνήσιες 'στους στάβλους οι φοράδες
και ατόφια ράτσα μου οι σκύλοι
'ξάφνου συναντήθηκαν 'στις Συμπληγάδες
κι'έγιναν αχώριστοι δυο φίλοι.

Τη φυλλορροή μου εκμετρώ
'σε γνώριμα λημέρια
χαιρετώντας τη Βαλέρια
με πηγαίο θαυμασμό
μες 'στο βαθύ ωκεανό
με κρύο και με παγετό
από τα βράδια ως τα μεσημέρια.

Φλογερή τσαμπούνα μου
και παιγνιώδες μου κλαρίνο
'στο βωμό σου η μαούνα μου
το χέρι μ'έδωσε για χάρη σου που,τώρα,πίνω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου