Κυριακή 2 Απριλίου 2017

Θυσιάζοντας εγώ για χάρι μιας ελπίδος αιωνίου-Καταφύγιον ανίδεων

Γράφω για εκείνη ενθυμήματα,
παθήματα μα και μαθήματα
πολέμου,κατακτήσεως,κυριαρχίας
μες 'στα όνειρα μιας απολύτου τρικυμίας.

Γράφω για δυο 'μάτια
τόσο,'στην αρχή μας,ξένα
'σ'ένα στρόβιλο με άτια
παντελώς 'τρικυμισμένα.

'Μέτρησα καλά ως και το δέκα.
Η δουλειά του Αστυνόμου Μπέκα.
Επιστρέφοντας από την ασωτία,
γιος της νύχτας,εξωθώντας 'στην πορνεία.

'Ψάρευσα πολλά χρυσά λαβράκια
'στο βυθό του κόλπου και αρχιπελάγους
αποτίοντας τιμής το φόρο άγους
πίνοντας ουίσκυ και σφηνάκια.

Με σωρό τα κρίματα
με 'μανιασμένα κύματα
ωκεανού που 'δρόσισε τα χείλη
διανοίγοντας πλατειά μια πύλη...

Τριγύριζα καιρό με τη σκιά μου,
άσημος και 'φοβισμένος,
εξαντλούμενος 'στα όνειρά μου,
'στο κατάρτι μου 'δεμένος.

Σε περίμενα για ώρα
έξω 'στη βεράντ'
ακούγοντας μπαλάντα
με δυο τσάντες δώρα.

Δεν πρόσεχα πολύ τι έγραφα.
Εικόνες και σκιές κατέγραφ',
αποδελτιώνοντας 'στη φαντασία,
εν διαστάσει ζώντας με την ευτυχία.

Θιασώτης κάλλους του απείρου
και γενάρχης του πηγαίου μου ονείρου
ψάχνοντας ερώτημα το προαιώνιο
και υποφέροντας με τραύμα χρόνιο

'στ'αζήτητα του έρωτα πρωθιερέας,
ικανός ακήρυχτου πολέμου συγγραφέας.

'Βουτηγμένος όλος 'σε μια πλάνη,
ταξιδεύοντας 'περήφανος 'στο άπειρο,
ψωνίζοντας από,'μπροστά,γυναικομάνι,
παριστάνοντας προς ώρας τον ανάπηρο.

'Ξεχασιάρης από γούστο
και παραπονιάρης,τραγωδός
μιας επικής μυθιστορίας,
αυτοκράτωρ Αουγκούστο,
γιος καρδιναλίων(παρωδός)
επί ταις θύραις της μωρίας.

'Δικτυωμένος 'στην ανοησία
και γυρεύοντας από την Εκκλησία
τη γυναίκα των ονείρων,της ζωής του
κατά την περίοδο απόλυτης ακμής του.

Με το έν'αυταρχικός του 'μουδιασμένο πόδι
με το άλλο πότε πρεσβευτής και πότε καρδινάλιος,
γλεντζές αφόρητος και αχθοφόρος,σατουρνάλιος,
μιας ρόδας ή μιας πέτρας σέρνοντας το βόδι..

'Ψαρεύοντας 'στο φλέγον κύμα,
ρίχνοντας βολή για κάποιο θύμα.
Ψέγοντας τα όνειρα που έγυραν γοργά 'στο πλάι,
ορεγόμενος μια φαντασία μελετώντας το Μπουκάι.

Ασήμαντος ο δρόμος,
η απόσταση 'μικρή,
'μπροστά ο αστυνόμος,
'πίσω μόνον η ζωή.

Δεύτερή μου φύσι,
μάχη πέρι την ουσία,
γόνιμος η κρίσι,
'φορτισμένος με μωρία.

Άβγαλτος ο νιος,
'νυμφεύθηκε μια κόρη,
στανικώς και με το ζόρι,
τραγικός,μαζί και κωμικός.

Πηγαία συναισθήματα
καρδιάς που 'χάθηκε 'στα ύψη
μ'ένα κάρο,γύρω,βλήματα
που την ανάγκασαν ευθύς να ρίψη.

Πάσχουσα καρδία,
'φωτισμένος νους,
μαχόμενη ανελπιστία,
ποταμού βαθύς ο ρους.


'Μπορείς να ζήσης ανέτως και με το παρελθόν σου:απλώς,αργοπεθαίνοντας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου