Δευτέρα 11 Απριλίου 2016

Λεπτοκαμωμένος από χάντρες φιλντισένιες

Έβαζα 'στη ζυγαριά τις κούκλες
που 'βλεπα επί οθόνης των κρυστάλλων
μες 'στις κρύες νύχτες των μεγάλων
που 'χαν ως μοναδικό σκοπό,
που εμφανίζονταν με μπούκλες.

Yψιφωνίας τα γενναία μέλη
άκουγα και θλίψη μες 'στα σκέλη,
του ανθρώπου που αγνόησε φωνές
από τα χαμηλά να σμίγουν 'ξαφνικές
και 'στο Αιγαίο προοδευτικά
το φως να συσκοτίζουν
με τα γιατροσόφια να θυμίζουν
την αδυναμία 'στα χαρτιά...

Δημόσιος ο λόγος'μας τιμά.
Προσοδοφόρο κλίμα.
Παροδεύοντας με σήμα
τα καινούρια μου,αυτά,γυαλιά.

Δεν υπήρχε λόγος για να μείνης,
δεν υπάρχει λόγος για να φύγης.
Μόνο πρόσεχε βραδιάς σου 'λίγης
μη σκορπίσης το νερό της κρήνης.

Κάτι που φαντάζει σχιζοφρενικό
να γράψω 'θέλησα και προσπαθούσα για καιρό
και αδιανόητο 'στον κόσμο των ονείρων.

Ένωσα τα χείλη,έτσι,με βαρειά καρδιά
και νου και άρχισα να γράφω Υστερνά
μιας νύχτας που δεν πρόκειται να 'ξημερώση
και τους πόθους μας κοινούς 'στο αίμα να παγώση,
άπρακτος,ουτιδανός,με όψεις των Καβείρων.

Τι θα ήθελα να έχω.
Τι πραγματικά ποθώ.
'Ξοπίσω της 'ξανά να τρέχω
μήπως και δικαιωθώ;

Προαναγγελλόμενο το τέλος,
άγνωστη περιοχή.
Βυθίζοντας τα πάντα μες 'στο έλος
μια μοιραί'αυγή.

Ταξίδι χάρισε 'στη μνήμη
με τις λέξεις και τη φήμη
που απέκτησες αιφνίδια
'στο δρόμο με τα φίδια.

Την αγάπη δε γνωρίζω,
μες 'στα λάθη μου σαπίζω
και το τέλος διαμηνύω.

Είναι πάθος και το 'ξέρω
πως 'γεννήθηκα να υποφέρω
μες 'στη ζέστη και το κρύο.

Διαχώρισα τη θέση
που δεν είχε σχέση
με το θάνατο και τη ζωή.

Ενά παράπονο μονάχα
με 'κυρίευε που,τάχα,
έφερνε καταστροφή.

Τα όνειρα τελειώνουν φευγαλέα,
όπως άρχισαν,με 'μάτια και με χείλη
που ανθούν το μήνα του Απρίλη
και 'στ'αυτιά μας αντηχούν λαθραία..

Δεν ξεκαθαρίστηκε ακόμα
το εάν θα 'ρθούμε να σε 'δούμε,
ασθενής που 'βρίσκεσαι,'σε κώμα
και να υγιαίνης να σου ευχηθούμε.

Το χρόνο 'πολεμούσα
κάθε βράδυ και 'ζητούσα
έλεος να καταλογιστή..

Με τα συνθήματα 'περνούσα
για εκείνη που 'πονούσα
και της έδινα ψυχή.

Τι να 'πης και τι να στάξης
για εκείνους που 'νωρίς
το τρένο έχασαν,περιδεείς,
με λόγια,έργα,με τις πράξεις..;

Κάθε 'μέρα που 'γυρνούσα
εαυτό διεκδικούσα
και με 'θεριεμένα χείλη
την πιστή εκάμα φίλη...

Ήθελα να γράψω τ'ομορφότερο τραγούδι
που θα συντροφεύη τα 'χαμένα δειλινά
μα 'στην πορεία 'πείστηκα πως η καρδιά
δε συναινούσε κ',έτσι,διάλεξ'αγγελούδι.

Κάθε στίχος της νεότητος αχτίδα
που μες 'στ'όνειρο τους φίλους θα κερνά
και πάντοτε με θαρραλέα την ασπίδα
την ασχήμια μου θα 'ντύνη και τιμά..

Προσδεδεμένος 'στα κατάρτια μιας Αργούς
'Στα όρια 'μπλεγμένος μιας απάτης
που μου έλεγε ημερησίως ''Μην ακούς,
θ'αλλάξουν οι καιροί και θα 'σαι πρώτος,
θα 'ρθουν όλα μπούμερανγκ μα/απ'τους Θεούς.''..

Ευδοκιμώντας τα ουράνια,
κατέφθασα τα Θεοφάνεια
πνοή αλλιώτικη να δώσω
και τους στίχους ν'αποδώσω
με φωνή μου λυρική
και όργανα πολλά 'στη γη...

'Σπιτίσια γάτα,
έτοιμη φρεγάτα
καταπλέοντας 'στο Βόσπορο,
'ντυμένη με γραβάττα,
το βασανιστήριον υπέμεινα
'μικρός αρκούντως σαν παρέμεινα
Λουμίδης,'σ τας επάλξεις,παπαγάλος,
μεγαλώνοντας σαν τον ηλιόσπορο,
σαν κάποιος,μέχρι τότε,άλλος...

Το θέατρο 'σαγήνευσε το νου,
η μουσική 'στα χέρια του παππού
και ο απρόσιτος,ψυχρός Εβραίος,
δρασκελίζοντας γενναίως
θάλασσες που έδωσαν 'στην ανθισμένη
'μυγδαλιά τα μέσα και το μέτρο για να περιμένη
το Μεσσία πλάι 'στην αειθαλή κορμοστασιά του,
ο μεγάλος πόνος που σου εξιστόρησα
εάν πολλάκις που αναθεώρησα,
εάν πολλάκις και προχώρησα
σαν είδα προμηνύματα Δελφών
να τρεμοπαίζουν 'στην παρέα των Επτά Σοφών..

'Καθισμένος μ'ένα ύφος παρελκυστικό
τα βράδια 'γέμισα με μπαταρίες
'σε ημέρες αποπνικτικές και τόσο κρύες,
εναγώνια σαλπάροντας για Λήμνο και για Κω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου