Υπηρέτης μιας ερήμου,
μιας χοάνης και αβύσσου,
με τη μέθοδο του μίμου,
με το φρόνημα του Κροίσου.
'Μαγεμένη μ'έναν τσαρλατάνο,
'παθιασμένη με τον καπετάνιο,
ταξιδεύοντας,λουόμενη 'στο μπάνιο,
σπέρνοντας κουκιά 'στην έρημο'σε χάνω..
Ήσουν μες από τις 'λίγες
Ήταν μπάτσος κι',έγω,Βλάχος.
Ήμουν δίπλα σου κι',εσύ,'βαρούσες μύγες.
Σου εξήγησα:πολύ το πάχος.
Έπαιξες τα ρέστα σου εκεί,απλώς,που 'πήγες.
Εκεί 'καθόμουν.Σε ανέμενα μα δε με είδες.
Σε πολιορκώ και να χαζεύω με τις ώρες.
Φευγαλέα που 'φορούσα τις περικνημίδες
μα,εσύ,που 'θέριζες γοργά τις μπόρες.
Άπλωσα την ευγενή κορμάρα,
'πήρες κι'έκανες το ναργιλέ,
σου είπα πώς να γίνης η κουκλάρα
μα,εσύ,'σκεφτόσουν μόνον τον κεφτέ.
'Χάζευα τα 'μάτια
και 'κοιτούσες το κεφάλι.
Έχτιζα παλάτια
κι'έλιωνα σα μανουάλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου