Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2014

Μελλούμενα

Της 'μέρας νότες
Ύβρεως χθονίου μέλη
'σ'ευγενείς καπότες
που ξεθάρρευσαν τα σκέλη.

Σήμαντρα θανατηφόρα,
ευωδία μύρου,
έκλεψαν την ώρα
του χρυσού και του αργύρου.

Άρρητα πνευμόνων βέλη
το απαύγασμα του κλήρου
‘σίμωσαν ‘στο κάλεσμα του Πύρρου
πάντοτε και τώρα.



'Στο ταξίδι του Ανέμου
δεν υπάρχει νικητής
μες 'στη Χερσόνησο του Αίμου
πάθη,μίση της στιγμής

σαν αναφύονται και δρέπουν δάφνες
πρότερα και ύστερα θα 'δης...

Κόσμημ'αδιανέμητον
ανοίκεια η δόξα
τεθνεώτων προς τους ζώντες
με λιβέλλους για μια λόξα..



Ουρανόμηκες σα βλέφαρο ν'ακούη τα κλαρίνα,
Βλάχος εκ καταγωγής που ξέμεινεν Αθήνα,
τώρα,ξένος τόσον,επειδή και πατραλοίας,
άλλου Σούτσου τας προτάσεις ειρωνείας
αναξίως μνήμων,υμνητής.

Δώσε,Θε,'δώ 'πάνω,περιπατητής
τα τέκνα Σου να επιστρέψουν όλα
και χαράς τα Ευαγγέλια σημαίνοντας
από τον πόθο να καούν,ερωτευμένα,με τη βιόλα.

Δώσε,πάλιν,τότε,τον καρπό
αγάπης να χαρούν αληθινής
και ατενίζοντας τον ουρανό
να φθάσουν θέας άξια ζωής.




Στόριε φαμίλιας και αξάν
δυο μέτρα με σταθμά 'στο βαν.
'Σε ιστορίες ζήλιας για το παραβάν
αλλού-το νου σου-να 'ρωτήσης ποιο συμβάν
σε 'γέννησεν και σ'έφερεν εδώ..





"Φοβοῦ τοὺς Ἱκανούς καὶ πεῖρα
φέροντας."πὼς ἡ σπατάλη
‘δέσμευσε τὸ στόμα πάλι.
Δεσμωτήριον "Ἡ λύρα".

Χρυσοφόρων Μήδων
τὰ ὑπάρχοντα διὰ μιᾶς
ἀνέτρεψεν ὁ κλύδων.
Ἀνταπόκρισις "Παρᾶς".





Κι'αν όλα έγιναν κατά πως τα ποθείς
κι'αν άλλα έμειναν 'στο διάβα
τίποτε δεν ετελεύτησεν από 'νωρίς
και τίποτε δεν άγγιξεν η λάβα.

Κι'αν όλα 'κείνα τόσα κρύφια που χαρίζονται ανάξια
κι'αν όλα 'κείνα που λογιούνται ικανά
το χρόνο της επιστροφής να φέρουν
μένεις με τη σκέψη σαν παράθυρα κλειστά
δεν είθισται να είναι,χρόνo 'πίσω τέτοιο να προφέρουν..




Άρηηη!

Τον κρόταφο βαρύνοντας με σαρανταπεντάρι
και 'ξανά περί-παθών υπό Διογένους το πιθάρι
έζησες αριθμομνήμων και μ'εφήβαιο καντάρι
'στο αγνώριστο μα φέρελπ'εισπηδώντας σου πατάρι..



Πάρ'το
Αχρηστεύοντας τις μνήμες,
σπάζοντας τις κνήμες,
πολεμώντας για τον άρτο..

Σμιλεύοντας τη διάρκεια,
'νταγωνισμός για την αυτάρκεια
και ξύσματα 'σε λίμες.


Αταίριαστα τα όνειρα
μιας δόξας και του χρέους
'δώσαν κουτοπόνηρα
την ευχετήριον ελέους.



Kανείς δε 'θέλησε.Δεν απεφάσισε.
Δε 'βρέθηκε κανείς.
'Στη διαδοχή επικλινής
για πάντοτε δε 'ρώτησεν
αν 'πέθανες ή ζης
από τ'αστέρια τ'ουρανού,
την Κυριακή σου σιωπηλή'
δεν έχεις,πια,γονείς.
Σα φάντασμα,στοιχειό
ημέρες,μήνες,για καιρό
από τα χείλη του Βυθού.


Ορφανός από Πατέρα,
σκάνδαλο που περπατάς,
τη νύκτα έκαμες ημέρα
για τα 'μάτια μιας Κερ(ν)άς.

Για ελπίδες άλλες,
προσδοκίες,απαιτήσεις
λόγο δε θα καταφέρης
να 'βρης,να Ζητήσης.


Βουβή ταινία συστολής,
ερωτηματολόγιο παθόντων
και νοσήματα ψυχής
'στο ενυδρείο των γερόντων.

Ως το δέκα
η Γυναίκα
και λεχώ
από 'μικρό.

Ως το δύο
το φορείο
και λογείο
ικανό.

Ως το πέντε
με αναπνοή
από το χάλυβα
σκληρό'
την ενοχή.


Tριάντα χρόνια Δήμαρχος με αναγνωστικό
το Ε.Σ.Π.Α.'κίνησες τη γη,τον ουρανό
δοξάζοντας τους τρίτους,τους προμηθευτάς
ναρκισσευόμενος,ξιπάζοντας τες νοσοκόμες.

Άλληνε δε 'βρήκες αφορμή
να παριστάνης.
Περί στάνης
ό,τι εφαρμόζη και τηρή
τες κώμες
'σ'ενοικιαστάς.




Βοηθειών χανντνμέιντ(υγειονομικό παράνοιας τάξεως πρωτοδευτέρας)

Σοφιστών κομψεύσεις τροχηλάτων
και παθών αναμοχλεύσεις των αλάτων,
Δεσποινών κρουνοί Βατράχων
ως επίθεμα των Βλράχων.

Ροδόχρους χαραυγή χωρίς παλμό

από τα χείλη ξένα
διαγράφοντας τον εαυτό
μες 'στα ημαρτημένα.

Οι Βάρβαροι διήλθον μέσω Ακριτών.

Αυτοαναφοράς κεφάλαιον εκκοκκιστών.
Οι Πειραταί απόλυτον προορισμόν,
οι Δικασταί να σπείρουν πανικόν.

Οι Κόρακες και άλλα είδη τ'ουρανού

τα μέρη να χωρίζουσιν του νου
συνήχθησαν να εύρωσιν αυτά
που κρύπτονται βαθειά μες 'στην καρδιά.

Παρενδυθέντες και απόντες,

διασπαρθέντες και βαρείς,
τη γη διέσυραν από 'νωρίς
ο Δόγης και ο Κόντες..

Κεκράκτες μιας φυγής

μελλούσης αγγελιαφόροι,
Προμηθείς κ' Επιμηθείς
μεταβιβάζοντες την Κόρη.




Λαγ(ῳ)ός ποὺ ἄταφος θὰ μένῃ
καὶ τῆς στέγης τροβαδοῦρος,
τὰ ζιζάνια θὰ σπέρνῃ ὁ Ἀρκτοῦρος
ἡ ζῳή πανσέληνος σὰ γένῃ.

Ἂτακτον φυγήν ἐσήμανεν ὁ Οἰωνός
ποὺ λέει
φιλολάκων,φιλαλήθης,αἴφνης,πὼς
δὲν πταίει.

Ἴαμβε Θρασύμαχε,
Τροχαῖε Πρωταγόρα
τώρα δὰ τὴ μνήμη σου
ζηλεύουν Τροχοφόρα.

Ἀνάπαιστε Ἰσόκρατες,
Μιγνύς Περίκλεις,
φράττοντας,ὦ Σώκρατες,
παιδί’ἀπό τῆς κνήμης    σου..


Κολοκύθιο(Βατόμουρο Χρυσοῦν).

Φωτόγκραφερ ναυάγιον
καὶ γκομενίζων λᾴθρα,
τῆς σειρᾶς ὁ Χορηγός καὶ Χείμαρρος βαθύς
ἀπό Σελεύκεια εἰς Μπάφρα.

Γκραβοῦρα ὡς τὸν Ἅγιον
τὸ μέλι ὅλον ἐξεχύθη
καὶ μελάνη εὐκαιρίας,τῆς στιγμῆς μοναδικῆς
(τὸ δηλητήριον κατά συνήθη
                                             Τρόπον)..



Παπυρική φωνή
λευκόχρυσης,βαρύτιμης μελάνης
ξένη 'στη ζωή,
με τα συμπτώματα της πλάνης.

Μουσειακό το είδος 'στα λινά

και τα κομμάτια ξέφτια,
με βουτήματα 'σε νέφτια,
επιστρέφοντας από το πουθενά.

Μόντα μπάνιο 'στην κουζίνα,

χρέη αμνησ(τ)ίας
σαν Ωραίοι και της Τροίας
πολιορκηταί,'στην πείνα.




‘Μαρμαρωμένα λέπια ‘σε κιβώτια
χαμένου οδηγού
σκεπάζοντας τη νύχτα
με τα είδη του Σταθμού.
Φτηνιάρικα πολλά ενώτια.


Είδωλα,στενότης,λέξεις.
Μυθικά γλυκίσματα ‘στον ουρανίσκο
με αποριών τετράδιο
‘στο δειλινό και ράδιο
τα τελευταία του να παίζη
λαϊκοδημoτικά που ‘βρίσκω..

Πλαστικά,’μικρόλογα γυμνάσματα,
σωροί τα μελετήματα
που φθάνουνε τα μνήματα
‘σε κάθε μου τραπέζι
(νέος είσαι και θα παίξης
με σκιές και με φαντάσματα..)..


Μεθύσκοντας με άταφο νερό την Καθαροδευτέρα
‘στο αλσύλλιο από ‘μικρά
με κουβαδάκια ζωντανά
θαρρείς πως θα ‘μπορούσαμε να πάρουμε αέρα▪
η ζωή μάς ‘γέλασε,μάς έριξε ‘σε ξέρα,
κάτι ξύλινα κοιμίζοντας σπαθιά..


Έμβλαστο γαμβρού πεθερικών Ομοίων
λουλακί ‘σε χαίτη
με το Νεφεληγερέτη
σπέρμα φύσεως υβριδικής Κυρίων.

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Εμπόριο δεσμών

Συντάξεως της τελευταίας θρήνοι
έπαυσαν από τον κόρο
μ'επισπεύδοντα το φόρο
μιας διαίτης εμπορίου.

Άλλοτε νησίδες,
άλλοτε ρανίδες,
πότε γόοι-βρυχηθμοί και πότε κρίνοι
του κοινού δεσμωτηρίου.

Ψυχόπαις

'Στα είκοσι αναρχικός
και τα τριάντα νεωκόρος
άγγιξες με γλώσσες του παντός
και,τώρα,πού 'σαι φλώρος

προσγειώνεσαι 'στα μαλακά
ονείρου ιστορίας των Επτά.

'Στιγματισμένος για τα πάντα
έβαλες ψιλή,πολύχρωμη τιράντα
και κοντή με μνήμη δια παντός
καθείλκυσες το μέλλον πολλαπλώς.

Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2014

Μύθος

Α.Σκιές για πάντα χώρις τόνο
    άλλης μιας εκφραστικής
    θα κατακλείουν που 'σαι μόνο
    γνώρισμα της Βραδυνής.

Β.Σαν προσελήφθης 'στο Μουσείο
    θαύμα που αρνείσαι
    συγκινήσεως ποικίλλης τη σελήνη
    ανοιάτου(ζήσε'
    δε θα ματεξαναβρής
    από αυτά που φέρουνε το βίο
    εν προθύροις κάμνοντα μα μνήμονα),
    Λαπίθων δείγματα,Κενταύρων ομοιώματα,
    Τιτάνων παραπήγματα,Εκατογχοίρων με ονόματα,
    'στης γης (')φανών πηγαίας τελευταία σμήνη.

Γ.Σκεύασμα του πρυτανείου
   και υπόχρεως του τελωνείου,
   'στη ζωή σου έλαμψες δια βίου,
    τόσο δεξιούμενος του κρύου.

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Ἀτάκτως

'Στὸ δῶμα τοῦ Προκρούστου
ἄπλυτα πολλά 'στὴ φόρα
(πλύσιμο 'στὴν ἀνηφόρα)'
εἶναι θέμ'ἁπλῶς τοῦ γούστου.

Γράφοντας διὰ τὴ ζῳή
ὁ θάνατος σὲ 'βρῆκε
ποὺ 'σὲ καφενεῖον τῆς πλατείας
'θέλησες νὰ περιμένῃς μιᾶς κυρίας
τὴν ἀνάγκη,γερο-λύκε,
ἀντιμέτωπος πεζῇ.

Δὲν εἶχες εὐκαιρίες,
δὲν ἐξῆλθες ἕως ἄκρας
διὰ νὰ χαίρῃς τῆς ὑγίας
καὶ μὲ διάφορες φιλίες
δ ὲ ν ἀντήλλαξες τὸ μάργαρο
μετά πηλοῦ,τυγχάνοντα τῆς ἀπαξίας.

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Κανών

Μπουφανίδιο 'θλιμμένο
κάμει πὼς ἀγανακτεῖ
καὶ,μόλις ποὺ περιπατεῖ,
ἐξ ἀπορρήτων 'μοιάζει ξένο.


Πόσ’ὡραί’ἀπό 'μικρόν
ποὺ νὰ διδάσκεσαι τὰ νέα
τῆς νυκτός μές 'στὸ τα ξῦ

τῆς 'μέρας βλέποντας τὸν ὀρυκτόν
-καὶ- πλοῦτον τῆς ζῳῆς χωρίς κεραία
δορυφορικῆς,ἀκαταπτόητος,ἐκεῖ
ποὺ δέκτες καὶ πομποί
τὸ μέλι ἀποστάζουν πότε
πότε καὶ χολή.

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Δεν..

Δεν..

Θα τα καταλάβης όλα 'στην αφάνεια
που 'φύλαξα και άλλο,πλέο,δε 'μπορώ
να εξηγήσω με το Νόμο,το Αλάθητο και το Πρωτείο.
Δε 'γεννήθηκεν ακόμη ο θνητός να κυριεύεται με το Λοφίο,
                                               το Κρανίο,
και να ίσταται πανθυγιής 'στην επιφάνεια
χωρίς το κύρος να διαθέτη,πρώτ'απ'όλα,εαυτό.



Χωλός χολή δεν είχε
και από τις εκλογές απείχε.
Κολικός,αλλάζοντας στομάχι,
'καρφιτσώθηκε 'στα πάχη.



Πότε άνοιξες πτερά
και άλλαξες θωριά;
Σα 'βρέθηκες 'στο βούρκο,
ανεκτίμητον απέκτησες την προίκα,
να υψώσης παραταίρως άλλη μία κλίκα
που θα έρριπτε τον Κούκο;

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Θυρανοίξια

Στεντορείως σθένει νευρασθενικῷ
μετά τοῦ βήματος πολύ γεροντικοῦ
καὶ πόρους τοῦ Κλεισθένους,
ἐπαιτοῦσα τοὺς ἐπαίνους
ποὺ δὲν ἠξιώθη τίποτε προσωπικοῦ
ἐμπόρου τὰς τιμάς ὑπολογίζων ἐν κρυπτῷ.

Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Άμοιρος

Άφθορος επί τη λέξει
έπαθεν υπό καμποσισμού
και,τώρα,πρόθυρα κιτρινισμού
πυκνώνουν για ν'αρμέξη

πάλιν όσα δεν ανήκουν 'στην αρμοδιότητα,
τον κύκλον μιας ιδίας ενεργείας
ως από της διοικήσεως αρχείων παρατύπως τους
φακέλους διανοίγοντας ευρείας.

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

Ασυνέχεια ΙΙΙ

Νυστέρι μὲ χαλκᾶ ‘στὸ φῶς ποὺ λάμπει
μές ‘στὰ θραύσματα τῆς παιδιᾶς,
λησμονηθείσης ὅσον τίποτ’ἄλλο.
Νέφος ἐποχῆς ἀλλοτινό,μεγάλο
μέσῳ μιᾶς ἀνακοπῆς καρδιᾶς,
ἀπογιγνώσκοντες ἐπὶ τιμῇ καὶ θάμπει.

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Ασυνέχεια ΙΙ

Ἔρημες βραδιές,οὐίσκυ καὶ σαμπάνια,
τρώγοντας ἀπό τὰ πίτουρα,μεγάλου μήκους
'σὲ προσχέδιον ἀπό ἐκείνα,τὰ φιρμάνια
καὶ καταλαγιάζοντας μιάν ἐμμονή 'στοὺς κρίκους.

Ὅροι ἀπαράβατοι ἀγέρωχον τὸ θαῦμα
σκέποντας δεσμά
πολύ ψηλαφητά
αἰθαλομίχλης προλειαίνοντας τὸ τραῦμα.

Ζαφειρένιων ἀγαλμάτων θέα δὲ θὰ 'βρῃς
'σ τὲς Ἀλεξάνδρεια καὶ Σμύρνα γιὰ νὰ νοιώσῃς ἀσφαλής.
Δὲ θὰ σοῦ ἀναγγείλουν-καὶ νὰ 'θές-,ἐκστατικός,
τὸ πόσο μένεις δίχως μιά βοήθεια,νερό καὶ φαγητό καὶ φῶς..

Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

Ασυνέχεια

Μότο κρὸς τοῦ "Τσιγαράκυ ‘θέςs"
ἀμέτρητες κινῶντας νήματα
μὲ διπλωματικά διαβήματα
φορές καὶ πλέκοντας ἐγκώμι’ἄπο ‘χθέςςς..

Παρακρατηθεῖσα Θεωρία καὶ ἀχαρτογράφητος
‘σὲ δόξα τῶν Μυρίων
τότε ποὺ τὸ θέαμα
‘βασίλευσε μὲ πεῖσμα.
‘Πό ἀπολυτήριο Δημοτικοῦ μὲ βύσμα
μερικές ἡμέρες ταξειδίων
Γερουσίας καὶ μοιραία μὰ
συντέμνοντας ἀπό χαρά τὰ χείλη σάν κατάφυτος
ἡ νύξις ἀνεστάλη
μέρη σπάζοντας καὶ πάλι..

Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014

Λόγῳ ἀρχαίῳ

Αἰγυπτίοισιν παρά μαθών κεκομικώς νυνί,φησί,ῥᾳδίως τέχναν ἀορίστου Ἀρειοπαγίτου τε τινός φανέντος καθηγήσατο χἁελιοτροπίου ὡσπερεί του προσεδέξατο σκεδάζειν ἀφανέων μόξην(γέλωτι ἀόκνως ἐνδιατρίψαντες ἀχράστους πόλεως τοὺς οἰομένους πῶς καὶ τι ἀποκειμένων φράζειν τησδεσί θεραπαινίδων ξεινισθείσας).

ΟΙΑΣ ΕΝ ΒΡΟΤΟΙΣΙΝ ΟΤΑΝ ΤΛΑΜΟΣΥΝΑΣ ΦΕΥΞΕΣΘΑΙ ΜΗ ΑΠΟΡΕΕΙΝ ΓΕΓΟΝΟΣ ΤΕ ΖΗΕΝ ΑΧΩΡΙΣΤΩΣ!

ΒΡΑΧΥΛΟΓΕΙ ΡΗΤΟΡΕΥΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΕΙ ΛΑΚΩΝΙΖΩΝ.ΠΑΝΤΩΣ,ΔΕ,ΜΙΜΟΥ ΤΑ ΚΡΑΤΙΣΤΑ ΚΑΤΙΣΧΥΣΟΝ,ΔΕ,ΥΠΟΔΕΕΣΤΕΡΩΝ ΤΟΥΤΩΝΣΙ ΑΠΑΝΤΩΝ ΟΡΩΜΕΝΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΑΟΡΑΤΩΝ ΤΑΣ ΘΥΕΛΛΑΣ ΤΕ ΣΥΜΠΟΣΟΥΜΕΝΩΝ.


Μοναρχίας τὰ βουλεύματα πενίας σπέρματα.
Ἰσοθεΐας λᾴθρ’ἀποβιώσαντες τὴν χλόην
καὶ σποράδην τὰ παιδία ἐκδιώκοντες
τῆς σχέσεως οἱ συνεργοί τὰ πλεῖστα βαρυνθέντες
ἄστεως τε κώμης τε σωρεύσαντες
τὸ δέμας ἄνθρακας.Οἴμοι σοι,ὦ ἄνερ σχέτλιε!

Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

Πανικός

Έλπιζε πως τ'αγοραία
θα εμφανισθούν με τον καιρό
από τα Ύψη 'στα Ηραία
να κατέρχωνται παρά το νεαρό

και σωρεία ύμνω να συνθέτουν,άλλες λειτουργίες,
φυσικών μορφών που έσπειραν αθρόως Εριννύες.


Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Πεπραγμένα

EN THι ΑΠΟΥΣΙΑι ΤΟΥ ΝΟΟΣ,ΟΙ ΠΑΝΤΕΣ ΑΠΟΥΣΙΑ.
ΕΝ ΤΗι ΡΥΜΗι ΤΟΥ Ε ΝΟΣ,ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΕΞΟΥΣΙΑ.
ΣΚΥΛΛΑ ΠΟΛΙΣ,ΧΑΡΥΒΔΙΣ ΧΩΡΙΟΝ
ΠΟΛΥΕΞΟΔΑ ΤΑ ΔΥΟ ΚΑΘΩΣ ΠΡΕΠΕΙ
'ΣΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ ΠΟΥ ΓΕΝΝΑι ΦΡΕΝΟΚΟΜΕΙΟΝ.
ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΙΟΥΣΙΟΙ,ΘΡΑιΚΩΝ ΟΙ ΠΡΟΜΑΧΩΝΕΣ
ΒΑΡΒΑΡΟΙ ΩΣ ΗΛΘΟΝ ΚΡΥΨΑΝΤΕΣ ΛΕΙΜΩΝΕΣ.

Ως και να συνέλθης,εκπληρών το χρέος,
πάντοτε θανάσιμος υπόσχεσις θα μένη,
καταγοητεύουσα που δεν ανήλθες νέος
πυραμιδιστί,από Νεφέλη ερχομένη..

Παράλειψον

Παράλειψε το βήμα της ζωής που θα σε φέρη
αντιμέτωπον με τα Παιδιά,
πασκίζοντας να ΄δης το φως που δεν ηυκαίρει,
φόβο σπείρον δια τα υστερνά.

Εκτός σανίδων,τι γυρεύεις τώρα;
Στρέψε το πλευρόν,αποκοιμήσου.
Δε σε περιμένει τις 'στη χώρα
που επέλεξες,Μεγαίρας,Μίδα,Κροίσου.

---

Ἀνακόλουθες οἱ ῥίμες
(ἔχασες τὸ μέτρημα ἐκεῖ
ποὺ θά ‘λεγες -καταληψίας-
τόσα..),’τρίπλωσαν τὶς κνῆμες.
‘Στ’ἀκόλουθα καὶ λογικά
ποὺ οἱ φωνές σας δὲν ἠχοῦν
θὰ εἶμαι λατρευτής ἀπό παλιά,
κρατῶντας τ,πυρσούς καὶ δᾶδες.

Ὅσο μένει ἄκρη καὶ μαγιά.
Ἐν ὅσῳ τὰ πετούμενα κοάζουν ὁ παρίας,
πότε γέμοντας καὶ πότ’ἐγκαταλείποντας τὸ κοῦφο,γῆ
ποὺ ἐνσταλάζει πρὸς δεσμούς θριαμβικούς κλεπτοκοτάδες..

--

1.Bῖβρ σαβουάρ,ἄς ξέρ’,μὲς 'στὴ διχάλα
γιὰ τῆς ἀνυπόμονης τὸ μετερίζι
ποὺ τὸ θάνατ'ὀνειρεύθηκε μὲ ῥῦζι
Μάρα-Μάλι-μποῦ σιτγόν μὲ μαῦρο γάλα.
2.Γκρῖ σομόν/ζαμπόν μὲ ἄσπρες τέτοιες ῥίγες,
αἴροντας ἐμπάργκο σεξοθεραπείας,
ποὺ δὲ 'χάρηκε 'νωρίτερα,βαρῶντας μύγες,
ὑψηλῆς καὶ ῥαπτικῆς,εὐέξαπτα Κυρίας.

-

Oἱ σταθερές ἡρπάγησαν ‘στὸ πλήρωμα τοῦ Χρόνου
καὶ Παραμυθία,μόνη ἀπομένουσα,ποὺ Ὀδυσσεῖς
‘προτάθησαν,’πιστεύθησαν πολλοί,παιδία Κρόνου,
μὲ τὰ πάντα πᾶσιν ἀλλ’οἰκείως ἐς ἀεί στιγμῆς.

Προ'ι'σταμένη

Αν ήταν κάτι που ξεχωριστά σου 'βρήκα,
ούτε η θωριά και ούτε κάποια ευφυία
δεν επρόκειτο να δέση
την ευλύγιστή σου μέση
με τα ροδοκόκκινά σου χείλη μες 'στο Ι.Κ.Α.,
εμπειρί'αποκομίζουσα 'στην όλην κοινωνία.

Δεν έχω,θά 'λεγες,θαρρώ,καρπούς
αντάξιους πολλούς καλούς να μεγαλώσω
πάρα μόνο να σταθώ και καρδαμώσω
με συνήθεις τους ψιλούς γαμβρούς.

Τα νέα της ημέρας

Κουτσομπολιού Ημέρα,
έστειλες για τη Δευτέρα
φαξ 'στον τοίχο με γραφή
λατινικά 'σε αραμα'ι'στί..

Νύκτα σκέπη και γραμμή
ως τον αστράγαλον ευθεία
να κινήσης έδραμες χαλκεία
φέροντας πολλά,ως το κουτί..

Αυλαία

Πλεμόνια τεχνητά
δημόσιον το δέμας
με αναισθησίαν κρέμας
ύπνου σταυρωτά

να δέχεσαι τα πάντα
και να υποκύπτης,
εραστής μιας κρύπτης,
ό,τι κάνει την αβάντα.

Αχρείαστος να γίνης
ο νεόνυμφος του τέλους
με πεδία μέλους
και χορδής που κλίνεις.

Κατάχλωμος 'στον καύσωνα
πριν 'βγης και να μη 'θές
τον κόσμο να γνωρίζης
για να έρχεσαι 'στο 'χθές.

Απ'όλα να κερδίζης
και να μένη και μαγιά
'στα όνειρα που 'βρίζεις
δίχως,να,'δές,γιατρειά.

Ευχές για πάντοτε να λές
και το μεδούλι
άχαρα να μη λογίζης
πώς 'θές νά 'ρθη

που οι δούλοι
σε ακολουθούν,οι Πάρθοι,
και να τους καταλογίζης
όσα 'βρήκες έτοιμα(που λες..).
               
'Στα Υστερνά.

Χαραυγή

'Στη ζούλα για το χρόνο με παράπονο που θλίβει
όλα που δεν είχες 'πη,ακόμη,
φευγαλέα σαν τη νύχτα σου της ηλικίας(Ήβη)
που απεκοιμήθη και οι νόμοι

δεν ενήργησαν αυτοτελώς,
οριακά 'στο πρώτο φως.

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Συγγνωστόν

Ποθώντας,άφθαστος,κορμί για δύο,
της σκιάς σου θα 'μαι κατευόδιο
και στρατιώτης άλλης εποχής,

ονείρου βλέμμα πυκνογραφημένο.


Με ασφάλιστρα εφ'όρου της ζωής
και 'στον αέρα μ'ένα πλοίο
κρουαζιέρας για το δείπνο που εμπόδιο

'στις σχέσεις μας επίκειται προσδεδεμένο.

Τόσο 'λίγη

Ωριμάνσεως τραχείς ημέρες και ποτάμι να σε πνίγη,
χαρισθείσα με ζωή αμνηστευθείσα την ελευθερία,
'πόθησες σα 'βρέθηκες και ηύρες πουθενά πως καταλήγει,
φεύγοντας,ανέστιος και πλάνης,μακριά,ως εκστρατεία.

'Σε παντοτεινή στρατώνα την ιδέα πως θα μείνης
ισοβίως να υπηρετής,εκεί,πιστά('σε άλλες εποχές),που το καθήκον
σε προστάζει,έρμαιον και δέσμιος να ίστασ'έπι κλίνης,
άγνωστος,για πάντοτε,με στόμα ωδικών,βορά με νεύμα λύκων.

‘Στην Ολομέλεια

Καταραμένη χώρα ‘στο εδώλιο του Πάγου,
και του Σ.τ.Ε.,του Συνεδρίου και του Μεσολαβητή
που ψάχνεις τόσο για Μεσσίες
‘στο γυαλί σα ‘βγουν που παριστάνουν,θείτσες και νονοί,
τις σπουδαιοφανείς Κυρίες.
                                 Εξουσίες.
                                                      Ιδιότητες του Μάγου.

Καταραμένη και μοιραία χώρα
δικαστές σα σε δικάσουν
έναντι αντιμισθίου*με την ώρα
που ‘στο βούρκο θα διχάσουν,
σπείροντας εκεί που θα οργώσουν
και με χείλη ξένα θα πληγώσουν
ό,τι σε χρεώνει και σε κυνηγά.
                            Η λαχαναγορά.


*Ο μισθός της αργομισθίας.

Άγνωστο

Γραφιάδες ‘γέννησες πολλούς.
‘Σε δημοκρατικόν αναβρασμό.
Δεν είχε προβλεφθή αυτό.
                    
Καλύμματα που έδωσαν λαβή
‘στη χώρα για εχθρότητες και μίση.
Για να μένης πάντα ξένος,να κυλήση
του Ζεφύρου η απροσδιόριστη ορμή,
που σ’έκανε γνωστό μες ‘στους θνητούς,
εκεί,για ‘λίγο,συντροφιά με ζάρια και με οβολούς,
επιθυμώντας επιχείρων ή επινικίων στέλλοντας προς κρίση.

Εκφορά και δόξα
‘σε προπύργιον αυτοεκπληρουμένων.


Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Τροφός του Κλέους

Ομφαλός της γης χακί
απόρθητος αλλά σιγή.
Ουδείς αποτολμά
εκεί να υψωθή.

Ατίμητα θα μένουν,
προς τ'αζήτητα πηγαίνουν.
Πλάνοι,λωποδύτες,
και προδότες 'στα βουνά!
Δεν έχει 'ξαναειπωθή
πως καθαρίζουν τους Ακρίτες
και 'στην Κόπρο πάμμελαν του Αίμου
εκχωρούν τα δικαιώματα του Ρέμου
πριν βυζάξουν και τα δυο
και 'δούμε τη στρατιά;
Πορείας φύλλο,φύλλο του Ανέμου.

Ουδέποτε

Παρθένες που 'στο θάρρος
δεν ενέδωσαν
και 'τάχθηκαν με θράσος.

'Δεσμευμένες τέτοιος φάρος
'στάθηκαν απέναντι 'στο δάσος.

Δ ε ν ενέδωσαν.

Οψωνίων Μεγαλοκυρία

Από του Νόμου δύσκολος,'στη διάταξιν εκπίπτουσα
τας χείρας αλλαχού να βάζης τώρα,εφεξής,η νίπτουσα
που ο Καλός σου έρχεται και δε θα 'δη
κορίτσι τέτοιο καν ζωγραφιστό 'στη γη.

Προσκλαίουσα,τουλάχιστον,αυτό,που 'βρήκεν Άλλη
ψευδομειδιώσα,νιόπαντρη και ζωντοχήρα
συμπληρών μετ'ευκολίας το εισόδημα και χείρα
τείνοντας φιλίας,κάμοντας κομπόδεμα,πανάξιο κεφάλι.

Κύριος αριθμός Ζωής

Ανυπόμονες στιγμές 'στο πρωινό
σα λάκκοι ερριμμένοι 'σε ασκιά
τα όνειρα να 'ξαναδής
εκείνο που δεν ήθελες ποτέ.

Χωρίς απόσταγμα μες 'στο κενό
απέφυγες να δώσης τη συνέχεια,πικρά,
που έμοιαζε 'νωρίς
να ξεπερνάς καλύπτοντας τον καμπινέ.

Πικρόχολ'ειρωνεία
θάμβος των ομμάτων.
Έγινες πολύ Κυρία,
ψήνοντας την Τροία
για λογαριασμόν
αφεψημάτων.

Σάββατο 16 Αυγούστου 2014

Η θεά της Σ(Π)ού 'πα ς

α.Γλωσσοκοπάν'από 'μικρή,
   μοναχοκόρη 'σ'επισφάλεια,
   θα τρέχουν προς Ασφάλεια
   χαρτιά με την απαίτηση σιουπή.

β.Αψυχολόγητα δια μιας
   με χίλιες τόσες έννοιες
   και 'στις δόξες της μαμάς
   να μαγειρεύης ζαχαρένιες
   λέξεις για το καψιμί
   θεόπρωκτον,ολόιδιο,βιολί,
   με της Παλλάδος το βυζί.
   
  

Μόνη περιουσία

α.Ενδεδυμένη 'σε λευκό,αμάραντο,που άνθισε 'στα ρόδα
   'δέσποσε 'στη μνήμη σου λαθραία
   τα καλύτερα μοιράζοντας τυχαία
   δώρα που συγκέντρωσε προς ώρας,καλοζυγισμένη,παρά πόδα
   του Αλκαίου 'βρίσκοντας τη δίοδο και της Σαπφούς τη φήμη,
   εκμετρώντας τις ημέρες της απάτης που παρέσυρ'έναν Κλήμη.
β.Πάρεργο 'λογίσθηκε μα ήταν όλως φανερόν
   πως είχε μιμητάς
   συγχωριανούς που έγιναν κομπάρσοι.
   Άφεση αμαρτιών ζητώντας,τώρα,
   των επιτιμίων σπεύδοντας προς άρση
   και βαρών βραδιάς
   που κλείνει μ'ένα κάτι,άγνωστο,σπουδαίον,ιερόν.
   

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2014

Απουσία

Επίφαση ζωής,
επίπλαστη ζωή,
ανοίκεια στιγμή,
απόρροια φυγής.

Ροή του χρόνου που απέμεινε καιρό βουβή
τον ουρανό και τ'άστρα σου για πάντοτε να εγκλωβίζη
μέσα 'στον τραγέλαφο,χαρακτηρίζοντας μοναδικά τη γη,
που μες από την ουτοπία και τη χίμαιρα
κατέδειξε και 'φάνηκε από ζωή επίπλαστη πολύ να σφύζη.

Εξάντληση και κορεσμός των καθεστώτων
και ακύρωση πληρέστατη των ισχυόντων
'σε καιρούς των περιλειπομένων και των εκλιπόντων,
μ'εκκωφαντική την έκλειψη ομμάτων-ώτων.

Μελλούμενα,περισκοπούμενα,
πυώδη τελεσιουργούμενα.
Περιδινούμενα,μειούμενα,μυούμενα,
εντέχνως και ραδιουργούμενα.

Ίμερος βαθύπυκνος μετά την κούφων μερικών μου ημερών επιστροφή
χωρίς,ευελπιστώντας,άλγεα και πάθη,τόσην τόσον αναταραχή,
δοξομανία,ψεύδεα και απροσμέτρητη σιγή.

Κρίση κράσης πνευματώδους
και κατάστασης ανία κωματώδους
σαν αγκάθι που εναπομένει προς ανθοφορία
και,περίκλειστο ακόμη,περισφίγγει τα χαλκεία και ηνία.

Φυτοζωή 'στα ξένα
τόσον απομονωμένα.
Ύπαρξη με μορμολύκεια,
ολότελα μονήρης,
Σκότη λύκεια,
ευδαιμονία γύρης.

Διαρκής η φυλακή,παντοτινή του νου
και των αισθήσεων αυτών δεσμώτης
μιας αγάπης,μιας πατρίδας να 'βρω θιασώτης,
έτοιμος,πολλές φορές,επί ακμής ξυρού
και με τη νοσταλγία θάλασσας μα και βουνού.

Μόνο δυο βραδιές απλώς και το φιλί
ατόνησε,ατρόφησε και σύντομα,'ξανά,
εγκαταλείποντας για πάντα 'στην καρδιά
ολόκληρη εκείνα που εξέπνευσε ξερνώντας η ζωή.

Λόγοι αναρίθμητοι και απειράριθμοι εν τάχει πουθενά
που δε διαφαίνεται και δεν υφίσταται περίπτωση και πιθανότητα να οδηγούν
παρά προς την αυτοκαταστροφή,ευθύς,το νου και την καρδιά
την ώρα και στιγμή,βαδίζοντας,που,μόλις αποπνέουν,αποφθέγγονται και που ηχούν.
                                                                                                      Δυσάρεστα.

Πηγαία παιδιόθεν κράση,
παρορμητική και παθιασμένη,
πάμπολλα που έχει,μέχρι τώρα,χάση
πότε μαραζώνοντας και πότ'ερωτευμένη.



Σαδιστικόν

Ποτέ δε 'βρήκες,έχασες το δρόμο
και διηνεκώς 'ζητούσες να 'βρης Όμο
να ξεπλύνης τη μεγάλη ατιμία
που με τα στιχάκια σου τα εύπεπτα
'γονάτισες ολόκληρη μιαν κοινωνία.


Νωπά λογύδρια και 'νωτισμένα,
γευστικά ευθραύστων,προσωπικοτήτων συμφοράς
από τα χείλη του Ανέμου και της Χλόης.

Δε 'βουρτσίσθηκαν,ακόμα,της οχιάς
διμούτσουνης που 'βρήκες,άλλος,τώρα,Καουμπόης
χρόνο να κερδίζη 'στα χαμένα.
                                                Ηρωδιάς.

Ομοιότητα και διαφορά

Ίδιος 'σε συνθήκες,
ίδιος με τις γλώσσες'
ανεξάλειπτες οι κλίκες
όσες και εικόνες'όσες.

Ποτέ μη 'βγάλης ό,τι βλέπουν
και ποτέ μη δώσης ό,τι έχεις,
μήπως και,μετά,σα φίδια,
έλθουν να σου πρήξουνε τ'αρχίδια.

Απώλεια του νέου

'Χάθηκαν οι στίχοι'
τους αντικατέστησαν οι ήχοι.
'Χάθηκαν οι λόγοι'
τους αντικατέστησεν το ευφυές 'ρολόγι.

'Χάθηκε ολότελα ο νους
προς το ταξίδι 'στο Νησί μιας Καλυψούς,
'στο θέλγητρο της Καλυψούς
χωρίς αισχύνη και χωρίς αιδώ.

Εξ αίφνης αντεστράφηκε ο ρους
προς την πλευρά,προς τη μεριά του Ποσειδώνα
με φερέγγυα εχέγγυα-εχέμυθα,κρυφά-του ορνιθώνα
που ωμοίασεν αρμονικά και τόσον ταιριαστά με τους πολλούς
που δεν αισθάνονται λεπτό παρά το ρυπαρό,πανάθλιο εγώ.

Άγνωστα μέρη

Αυτά μεγάλος πειρασμός τα πόδια
ελκυστής για τους καραμαλάκες
χρώμα πάθους,πόθου έσταξαν από τα ρόδια
που και ξέμειναν από τις τράκες,
που παρέμειναν σαφώς χωρίς,
που σωρηδόν και 'σάστισεν από ατάκες.

Πύργος Η μο(αι)νάς

Ευκαιρί'αναψυχής για όλην την τετράδα,
υποθάλπτοντας κους-κους και φτιάχνοντας γρανάδα*
ως εκεί,το 'Λιανοκλάδι.

Κάθε φίλος κ'ένα χάδι
μα κι'εχθρός από τα πρότερα 'στα ύστερα προβάλλει
μιαν ταυτότητα που ρέει και συγχέει με χυμώδες πορτοκάλι.


*Γρανιτένιο ποτό πολτού από γ(κ)ρεν(κ)α(να)δίνη.

Λάθος μήκους κύματος τροχιάς ανέμου

Παράφορες αυτές οι εξηγήσεις
που δε 'στάθηκα πολύ κοντά σου.
Επεισόδιον εν μέσω κρίσης,
λογιστέον,τα φιλιά(τα ψεύτικα),
                              η αγκαλιά σου.

Τώρα,ό,τι και να 'πης,
το δίκαιο θα έχης κάτα μέρος
τίποτα που δεν καρποφορεί επί της γης
υπεύθυνο το θέρος.

Δις εξαμαρτείν κατάλαβες τι θα σημάνη,
'θέλω να ελπίζω.
Νιος και 'γέρασα(ε) και τα λοιπά τα συνηθίζω
μα με άλληνε δεν το νομίζω
'σε καρέκλα,με ντιβάνι
'σε καρέκλ'από ντουμάνι.
Αγκομαχητό του Σαπροβάνη.

'Στην Όλγα

α.Λάφυρο μοναδικό και ανεκτίμητο για τη 'δική σου χάρη
   ο πτερόεις έρωτάς μου κάτω απ'το απαλό μου μαξιλάρι.
   'Μισοάδειο και 'μισογεμάτο το ποτήρι μου αυτό για 'σένα,
   ονειρεύεται να επιστρέψης μες 'στην αγκαλιά μου με τα 'μάτια ξένα.
β.Πολύ ενέγραψα εγχάρακτα
   τη θέση μου καλά 'στη γη
   με όνειρ'αδιατάρακτα
   που βασιλεύουν 'στη Ζωή.
γ.Παρευθύς,εδώ,παράκαμψε τα όσα,μόλις,τώρα,είδες
   και,μαθαίνοντας να συναρμολογής,πια,μάταια,τις/με βίδες,
   φ ύ γ ε και προσπέρασε για να σωθής πραγματικά και να γνωρίσης
   όσα 'πόθησε αληθινά η τρυφερή καρδιά σου,προλαβαίνοντας να μοιρασθής,να ζήσης.

Τριβή

Αναπάντεχο το δειλινό
κατασταλάζει την πνοή,
ολόκληρης σκληρώτατης ημέρας.

Το απροσμέτρητο κενό
ενέπνευσε περί τη Χαραυγή
                                Κραυγή
'σε κάποιο(ν)Αμαλθείας κέρας.

Ανεκπλήρωτ'όνειρο

α.Ισοβίτης μανιώδης και βαρυποινίτης,μάγος λέξεων
   που εμπιστεύθηκα 'ξανά,που 'πίστευσα πως και θα με διασώσουν,
   πως θα δικαιώσουν όλα μου εκείνα που αιστάνθηκα πολύ 'νωρίς
   πως έχασα 'στην περιδίνηση αυτήν,πανέμπλεως,των έξεων.
β.Σαγηνευτής απλώς και ρήτορας πυκνογραμμένος,
   ένας περαιτέρω έτι τελειομανής μαζί μ'εκείνους όλους όσους
                                  που καλά προετοιμάσθηκαν για να προδώσουν,
                                                          ονειροδιαβάτης και ταξιδευτής
                                                                           ολημερίς αποβραδίς
   για κάτι άπιαστο,'σε κάτι το ασύλληπτον ως υπαγμένος,επιτετραμμένος.
γ.Γλωσσοπλασίας άψυχοι και πάμπολλοι και ποικιλόχροοι αναβαθμοί
   δε 'μπόρεσαν στιγμή ελάχιστη να μου αντισταθούν,ποτέ των να κορέσουν τέτοια δίψα,πείνα
   και το φρόνημα εκείνο τού σχοινοτενείν και του σχοινοβατείν
                                                                                                     να κάμψουν και ολότελα πτοήσουν.
                                                                      

Ανωφέλεια

Πλούτος έλους
'σε θανατηφόρου βέλους
τόξευση και λάξευση πυκνή.

Πλούτος ήχου-μέλους
για την έλευση του τέλους
'στην ανέραστη,ανέφελη ζωή.

Τρίτη 12 Αυγούστου 2014

Shame on you,little suckers(for a housewife)

Δε 'θέλησα ποτέ να σε γνωρίσω''στην Αθήνα
όπου λεύκες δεν ανθίζουν,πια,δε θα 'χεις άλλη ευκαιρία'
ιδιότροπη,από συμπόνεια,με οίκτο,άλλο δε θα 'βρεις
τις χάρες να σου κάμη,έχοντας καραδοκούντες τους γονείς
και μη που έμαθες καλά για να σου 'πουν πως έγινες η Μία.
Μες 'στη φτήνια σας,ειλικρινά,δε 'βρήκα και δεν είδα λόγο.
                                               Μείνε τώρα μόνο με τη Χήνα.

[Ασυναίσθητον(απέχθεια χρονία και χρονίζουσα)]

Σουρ-λουλού-δα

α.'Καθισμένη 'σε τραχύ οβάλ γραφείο,
   'μαθημένη-πώς 'ξεφύλλιζες ολόκληρο νεκροτομείο..-
   να διδάσκης όπου άλλες,μες 'στον καγχασμό,
   τη θέσι θα σου έπαιρναν και θα 'ζητούσες χορηγό.
β.'Στα Δώδεκα θα μάθης τι και πώς,
   'στα Δεκαπέντε ποιος ο Τύραννος,του Μίμου,
   όταν διώξης άπο 'πάνω σου το Φως,
   ενατενίζοντας απροσδοκήτως τη Φυγή του Κρίνου.
                                                        Λίαν προσεχώς.
                                                        Εκ προοιμίου
                                                        για τα λάθη
                                                        άγνωστου βραβείου
                                                        μες 'στα πάθη
                                                        του Νοσοκομείου
                                                        και του Δήμου.

Αχαριστία

Γνέφοντας τα χείλη πρωτο'ι'δωθήκαμε 'στην αμμουδιά'
συρίζοντας ο άνεμος το πρόσωπο και ψάχνοντας για νέο παρτενέρ,για την ιδιαιτέρα.
Δεν απέμεινεν ημέρα που να μη 'θελήσης να κοιτάξης 'λίγο και πολύ σου παραπέρα,
όταν,δίπλα σου,'βρισκόταν ο Κανείς,γελώντας πανστρατιά.

Ακατάδεχτη από καιρό,
με νύχτες τόσο 'λίγες,
έσπειρες τον πανικό
εκεί που,μόλις,'πήγες.

Κυριακή 10 Αυγούστου 2014

ΑΥΔ'ΑΛΛΟΤΡΙΑι

ΛΟΓΟΣ,ΜΕΝ,ΦΕΡΕΛΠΙΔΟΣΣΥΣΤΑΣΙΟΣΑΔΕΠΡΟΑΓΩΓΟΣ,ΠΡΟΑΓΓΕΛΟΣΉΠΡΟΞΕΝΟΣ'ΠΡΗΓΜΑΤΩΘΕΙΣ.ΠΑΡΕΙΝΑΙΤΕΠΡΟΣΗΚΕΙΕΦΕΥΡΕΤΑΣΤΟΥ'ΑΣΤΟΙΧΕΙΩΤΩΝΣΤΕΡΟΥΜΕΝΩΝΠΑΜΠΟΛΥΚΕΧΩΡΙΣΜΕΝΟΣΜΑΛΑΚΙΗΣΜΕΤΑΕΝΤΡΥΦΗΣΑΝΤΕΣΣΥΝΧΡΟΝΩιΚΑΙΒΙΟΤΩιΔΙΧΑΗΛΕΥΘΕΡΩΚΕΝΑΙΚΑΙΤΑΥΤΟΥ-ΔΙΑΦΟΡΟΥΠΡΟΣΜΑΘΕΕΝΠΩΣΗΛΕΥΘΕΡΩΣΘΑΙΚΟΣΜΟΝ.ΔΙΑΚΡΙΘΗΤΙΝΥΝ(ΕΣΤΙΝΑΡΑ;)ΜΗΕΣΤΩΤΑΟΥΔΑΜΩΣΚΑΙΟΥΔΑΜΟΥ,ΕΩΡΑΚΩΣΟΥΘΕΝΚΑΙΚΑΤ'ΟΥΔΕΝΑΕΙΝΑΙΤΕΠΟΤΕ.ΜΗΓΕΓΟΝΟΣΜΕΓΑΛΩΣΕΧΕΛΟΓΙΣΜΟΝΔΙΑΚΡΙΣΙΟΣΚΑΙΑΠΕΧΕΑΠΑΞΑΠΑΝΤΩΝΔΕΣΜΙΟΝΤΑΝΒΡΟΤΑΣΙΩΝΣΑΣΑΡΟΥΡΗΣΤΑΥΤΗΣΙΕΝΠΕΡΙΣΚΕΨΕΙΕΚΛΟΓΑΝΚΑΛΛΙΣΤΑΝΕΙΤΑΤΕΛΕΙΠΕΠΟΙΗΣΘΑΙΣΑΝΚΑΙΜΟΥΝΑΝ.ΠΑΡΑΚΕΙΤΑΙΣΟΙΕΞΙΕΝΑΙΤΟΥΤΩΝΠΑΝΤΩΝΤΑΧΙΣΤΑΤΕΚΟΥΔΕΝΟΣΠΡΟΣΟΣΩΝΟΨΕΣΘΑΙΔΕΔΕΧΘΑΙΑΠΤΕΣΘΑΙΤΑΝΥΝΣΟΙΜΕΛΕΙΤΕΚΑΙΜΕΛΛΕΙ.

'Στην πρώην την του τέως

Αιλουροειδές από τα ύψη 'στο πλευρό σου χαμηλά
και πάλ'υπομονή δεν έδειξες,δεν έκαμες ελάχιστη ποτέ και η ευθύνη
'βάρυνε,'σκληρύνθηκε 'σε όλα τόσον εναγώνια και τόσον απελπιστικά,
διαλέγοντας 'ξανά την ασφαλή σου,την τετράπαχη,την κενωθείσα διαπαντός σου κλίνη.

Δεν άντεξες ειλικρινά ποτέ να μη με δείς'
δε 'θέλησα ποτέ κι'εγώ να σου δοθώ,να σου 'μιλήσω
έτσι,βιαστικά,τραβώντας το χαλί
από τα πόδια/χέρια σου,τραβώντας τα μαλλιά με το σκοινί
ολόρθιο πριν πας,αργά ή γρήγορα,και κρεμασθείς
και σύντομα να καταλάβω τη 'μικρότητα
να έχεις όνομα 'στην κοινωνία της απέραντης σιωπής..

Υπερβολικά σού αφιέρωσα πολλά
μα που δεν είδες και δεν άκουσες ποτέ καλά
'στο θόρυβο από τα λιπαρά σου και σαρκώδη χείλη
μιας Κυρίας και Μωρού,συνάμα και μαζί,μπεμπέκας,της προ-ηγουμένης,
ανεμίζοντας μανδήλιον το χάδι και φιλί μορφής ανοίκειας,γλυκειάς,απελευθερωμένης.
Μορφή από τα σκοτεινά,
περίεργη,φθειρόμενη και σιωπηλή,
με πράγματα πολύ κοινά,
σημαιοφόρος και συνεσταλμένη,
που δεν έφερε εις πέρας
κάτι που ανήγγελλε το μεταξύ,
από καιρό λησμονημένη
με Χρυσόβουλον το Δέρας.

Επίχρυση επίπλωση με πλοία ξένα
τα σχοινία
ως πηνία.
Αθόρυβη διατύπωση με ημερομηνία
οιωνοσκοπίας,λήξεως
υπό αέρος επιπλήξεως
εκβάλλουσα το πλήθος του Μηδ-ένα.


Η δρόσος του βλέμματος

α.Κατεψυγμένον,αναβαπτισμένον πτυελοδοχείον
   του ανέμου η αγάπη μας ολόκληρη,εκείνη,
   μες 'στα ίχνη του Σουρή,γνωστού,κρανίον,
   δεν αλλάζει χρώματα 'στο νηπενθές του πλοίον
   της ανάγκης που 'βυθίσθηκε(το 'βύθισε)με σμήνη
   μελισσών και γλάρων για κυνήγι 'στην πορείαν
   που 'χαράχθηκε 'νωρίς πολύ από ερασιτεχνισμούς
   από το Στόμιον ως πέρα μέρη,φερ'ειπείν,Κυλλήνην.
β.Μοιραία,τόσο,'στάθηκε,οικτρά
   και ανεφάνη κάπως τραγωδία
   που 'χωρίσαμε,'νωρίς,πολύ,από παληά,
   ζητώντας κηδειόσημον 'στο άσυλον από την Α(γ)εροπορία.
                                                                           Για Δουλειά.

γ.Περιδιαβαίνοντα χελιδονόψαρα και κακοφορμισμένα
   όβερ λάιτ 'κρίθηκε,σχεδόν,η Τύχη
   για εκείνους που δεν είχαν,όσων,ομιλία'

   'στην ακρόασή των αποκλειστικώς οι τοίχοι
   'βρέθηκαν υψώνοντας 'περήφανη,αμέσως,μια σημαία
   την καταγωγή να έλκουν άπο Χρονικά ξεθυμασμένα..

Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

'Στη Μάγδα την ψιλοχυλόλεπτη

α.'Μικροί 'στο δειλινόν ακόμη'
    θα σου έγραφα πολύ 'ξανά
    και σύντομα'ο εραστής
   
    του τίποτε από την κόμη
    'φάνηκε προς ξένη κώμη

    που θα συναντούσε τα ξανθά,
    περίλυτα που 'φτιάχτηκες,
 
    επώνυμα εκείνη τη φωτόλουστη βραδιά,
    και ξένη μα και τόσο συγγενής..


β.Δεν απήντησες'για 'δές κακό!
   Δεν ήλθες μ'ένα θάρρος πρωινό.

   Τραγική σε 'βρήκε η θερμοκρασία
   'σε περίληψη,περίσκεψη και αφασία.