Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Άγαλμα τεχνήεντος Ξενίου

Προ'ι'όντα τυποποίησης
και σύνορ'αντιποίησης,
περιτυλίγματος,'πασπαλισμένα
με την άχνη
(τόση πάχνη..),
ανοιγοκλεισίματος,'καβουρδισμένα.

Βερμπαλισμός και φλυαρία,
νομιναλισμός,λεξιλαγνεία,
'σε αθώες περιπτύξεις
που,αν 'δης πολύ,θα φρίξης.

'Στον Ήλιο 'γεννήθηκα,
με το φεγγάρι 'πέρασα
φραγμούς και διαπέρασα
εμπόδια πολύ ανήθικα.

'Πέτυχα λαβράκι
'κέρασα σφηνάκι
ανωμάλως προσγειώθηκα
με οιωνό:το πώς προδόθηκα.

Αγαπούλα μου,από εδώ,
μετά μανίας σου το γράφω,
κάνοντας το στενογράφο,
τώρα μια στιγμή για να σε 'δω.

'Στ'όνειρο πως σε αγγίζω
'στ'όραμα πως σε φιλώ
μορφή σου προσεγγίζω
και θερμά σε χαιρετώ.

Δε 'μπορούσες ούτε να με 'δης.
Γυαλιά 'φορούσες του ηλίου.
Μόνο μ'έβρισκες με το φακό
και μ'έν'ανθών σελιδοδείκτη
(κομψοτέχνημα χρυσού βιβλίου).
Παύσε,πια,να με παρακαλής.
Μου φθάνει το ασήμαντο κακό.

Λόγια τέτοιας φαντασίας
που τα έσυρε η βία
φύσεως μες 'στη μανία
κρίσεως εξ ημισείας.

Ροδοδάκτυλος Ηώς
κομίζοντας το πρώτο φως
'σε μελανόχρου στόμα
καθυβρίζοντας το σώμα.

Απομόνωση 'στην κούνια
και να με τσιμπούν ζουζούνια
'ς της μωροσοφίας μονοπάτια
χίλια πού 'γινα κομμάτια.

Την ωραιότερη και άγνωστη γραμμή για 'σένα,
τώρ',αφιερώνω,
με βαθύ τον πόνο
πού 'χα υπαιτίως εγκλεισθή 'σε βράδια 'ξεχασμένα...

Ήμουν 'στη νεροποντή ατάλαντου τραγούδι
και πολλά 'ξερνούσα στιχουργήματα
με διάφορ'αφηγήσεως μηνύματα,
χορεύοντας με ντέφι 'στο ρυθμό σαν το αρκούδι.

Άνεμος και σφαίρα
εκποιώντας τον αέρα
και ζητώντας καλοπέραση
ταχύτατα για την προσπέραση.

Ευθύβολα 'πετάχτηκες
και δεν σε πρόλαβα ποτέ.
Αδίκως μου 'ταράχτηκες
τυρβάζοντας μες 'στο Γεντί-Κουλέ.

Έπρεπε να μελετήσης κοσμικά και ζώδια,
χρειάζεται να βάψης κάθε 'μέρα τα 'νυχάκια,
το κορόιδο βάζοντας εκεί,'μπρός 'στα διόδια
πληρώνοντας και νά 'σαι αραχτή με τα μωράκια.

Έσπειρες τον έρωτα,
θερίζεις τη μωρία.
Τραγικά και κρύα
βράδια και 'ξενέρωτα.

Δε μου 'ζήτησες πολλά
και απαιτούσα τόσο 'λίγα,
έστω και χωρίς καρδιά,
εκεί,'στον ουρανό που 'πήγα.

Με πεταλούδας το κορδόνι
ζηλευτής μα τόσο μόνη,
επιμέλει'αποφεύγοντας πολύ για το 'μικρό
που έφερες 'στον κόσμο μ'ένα πάθος ακριβό.

Αμέριμνη πεταλουδίτσα πότε που πετάς
και πότε,τώρα,νυχτερίδ'-αράχνη,
πάλλευκη ως της ζαχάρεως η άχνη,
'σε ντουέττο για κοιλιάς χορό και με σκοπό χαράς.

Για 'λίγο φως οικτίροντας..
Αφυδατωμένος και στυφός
εν μέσω της θαλάσσης
και φοβείσαι να γεράσης
όμορφος και γνωστικός.

Φιληδονία που 'στην πρέσσα
'βρήκ'εχθρό ανοίκειο,με μπέσα.
Φιλαυτία που επί ξυρού ακμής
'ταξίδευσε 'στα πέρατα της γης.

Ήταν μπουρδολόγος,
χρυσοχόος και αλχημιστής
βραδιάς,συνήθως,ιταμής
που διακατείχε τζόγος.

Με το φτυάρι και δρεπάνι
για πανύψηλο κορμό
συνήθισε πολύ να χάνη
('σε ρυθμό του πτωτικό).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου